Από το Blogger.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΧΩΣ: "Υπόγειο" (Αυλαία, 23-26/9), "Προσωπική συμφωνία" (Κολοσσαίον, 25/9-6/10), "Ρένα" (Αριστοτέλειον, 27/9-6/10), "Οθέλλος" (Αμαλία, 2-13/10), "Οι 12 ένορκοι" (Αθήναιον, 4-5/10)

Κριτική θεάτρου: Με τα δόντια

Leave a Comment
Του Κορνήλιου Ρουσάκη

"Με τα δόντια" του Θόρντον Γουάιλντερ, σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου, στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης-Κάρολος Κουν (Αθήνα)

"Οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια του πολέμου αγωνίζονται για μια καλύτερη ζωή, ενώ στα χρόνια της ευημερίας ενδιαφέρονται για μια άνετη ζωή" διαπιστώνει σε μια εξομολογητική του στιγμή ο κύριος Άνθρωπος, ενώ λίγο νωρίτερα η υπηρέτρια Σαβίνα παραδέχεται πως "αυτό μόνο ξέρουμε να κάνουμε. Να αρχίζουμε από την αρχή. Ξανά και ξανά...". H πορεία του ανθρώπινου γένους —με όχημα-οδηγό την ιδιόμορφη οικογένεια Ανθρώπου—, στο πέρασμα των αιώνων, τα επαναλαμβανόμενα λάθη και τα βέλη που διαπερνούν τον πυρήνα της οικογένειας, μπαίνουν στο συγγραφικό στόχαστρο του Θόρντον Γουάιλντερ.

Γραμμένο το 1942, εν μέσω του κυκεώνα του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, το έργο του Γουάιλντερ καταγράφει μέσα σε τρεις πράξεις, την εξέλιξη και την επαπειλούμενη εξαφάνιση του ανθρώπινου είδους στο πέρασμα των αιώνων. Στο επίκεντρο βρίσκεται η ιδιόρρυθμη τετραμελής οικογένεια Άνθρώπου και η οικιακή τους βοηθός, Σαββίνα. Στην πρώτη πράξη η οικογένεια των σπηλαίων βρίσκεται προ των πυλών ενός πρωτοφανούς, αυγουστιάτικου, καταστροφικού παγετώνα. Στη δεύτερη μια οικογένεια της σημερινής εποχής αντιμετωπίζει έναν κατακλυσμό στην παραλία, ενώ στην τρίτη πράξη του έργου μια μελλοντική(;) οικογένεια προσπαθεί να διασωθεί αναδυόμενη από τα συντρίμμια ενός πολέμου. O τρόμος της επερχόμενης καταστροφής κινητοποιεί τους χαρακτήρες του έργου και τους εξωθεί σε αποκαλύψεις, αντικοινωνικές συμπεριφορές, ρατσιστικά και ξενοφοβικά ξεσπάσματα, εμπλοκές των ενδοοικογενειακών σχέσεων.

Ο Γιάννης Μόσχος προχώρησε σε μια γενναία διασκευή-αποδόμηση του κειμένου, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο το "πάγωμα" της δράσης που προτείνει ο συγγραφέας και την άμεση απεύθυνση του ηθοποιού (εκτός ρόλου) στους θεατές. Το αποτέλεσμα είναι ένα κείμενο με ερείσματα στη σύγχρονη (ελληνική) πραγματικότητα, που, όμως, θαμπώνεται από περιττές σκηνοθετικές ευκολίες και αμήχανες στιγμές. Ειδικότερα, η πρώτη πράξη παραδίδεται σε ένα καθεστώς σκηνικής βαβούρας, μηχανικών κινήσεων (από τους νεότερους κυρίως ηθοποιούς) και ("παλαιομοντέρνων" πλέον, μεταμοντέρνων μέχρι πρότινος) σκηνοθετικών κλισέ (χρήση μικροφώνου με σταντ, άκουσμα σύγχρονων λαϊκοπόπ σουξέ της Βίσση και του Σφακιανάκη). Η δεύτερη πράξη με την οικογενειακή εξόρμηση στην παραλία είναι αναμβίβολα η πιο επιτυχημένη —σκηνοθετικά κι ερμηνευτικά— στιγμή της παράστασης. Μια ακριβής και πειστική τοιχογραφία της συμπεριφοράς της μέσης ελληνικής οικογενείας, αρκετά οικεία και φυσική και ταυτόχρονα δοσμένη με τρόπο γκροτέσκο ώστε να προκαλεί αβίαστο γέλιο. Η απίστευτη βαβούρα, τα δεκάδες παραθεριστικά αξεσουάρ, τα "σκυλοπόπ" σουξέ του φορητού cdplayer στη διαπασών (χρήσιμα εδώ), οι καβγάδες που εναλλάσσονται με το κέφι και τον χορό, τα τάπερ και οι selfies, τα οικογενειακά μυστικά που βγαίνουν στη φόρα, είναι όλα παρόντα λίγο πριν τα σκεπάσει ο μεγάλος κατακλυσμός.

Το απόλυτο ατού της παράστασης είναι η αποκαλυπτική, απίθανη ερμηνεία της Ιωάννας Μαυρέα, στον ρόλο μιας ιδιαίτερης, εκρηκτικής μάνας που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της μάχης μιας —κατά βάση— μητριαρχικής οικογένειας. Μ' έναν λεπτομερή και απόλυτα ελεγχόμενο χειρισμό συμπυκνώνει επιμέρους στοιχεία και συμπεριφορές γυναικών που συναντούμε καθημερινά γύρω μας και δημιουργεί έναν χαρακτήρα-δυναμίτη, σπινθηροβόλο και σπαρταριστό. Με όχημα μια ανεκτή υποκριτική υπερβολή, τις έντονες εκφράσεις και χειρονομίες, την αθυροστομία, καταθέτει ένα ακραίο κωμικό σχόλιο για τις σύγχρονες συμπεριφορές, όπου η τρυφερότητα και το νοιάξιμο εκφράζονται με επιθετικότητα ή ένα χαστούκι (κυριολεκτικό ή μεταφορικό), όπου γινόμαστε έξαλλοι αν προσβάλλει κάποιος έναν δικό μας άνθρωπο, αλλά εμείς έχουμε το "ελευθέρας" να τον ταπεινώνουμε. Ο τρόπος που η Μαυρέα ελέγχει τα εκφραστικά της μέσα και χειρίζεται την εγγύτητα και την απόσταση με τους συμπαίκτες της είναι μοναδικός και εντυπωσιακός. Ο Άγγελος Μπούρας έχει σκηνική άνεση ως κομπερ-αφηγητής, ενώ η Ιωάννα Παππά δείχνει τις δυνατότητες της στην κωμωδία, ρέποντας συχνά προς την εκφραστική υπερβολή και την εμφανή αμηχανία.

Η πρόταση μιας καλαίσθητης no (ή low) budget παραγωγής (που συχνά επισημαίνεται από τον κομπέρ) καπελώνεται από το ανέμπνευστο σκηνικό —ένας καναπές και ένα δάπεδο-σκακιέρα— της Ελένης Μανωλοπούλου. Ξεχωρίζει μόνο ο σαρκαστικός (και συμβατός με τα επί σκηνής τεκταινόμενα) πίνακας στο βάθος, που απεικονίζει την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, από πίθηκο σε άνθρωπο και απο εκεί σε γουρούνι!




Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα

0 comments: