Νικολέτα Δάφνου: Καλωσορίζω στην κουβέντα μας τον νεότατο σκηνοθέτη Νίκο Πασχίδη και τον ..πρεσβύτερο αλλά έφηβο στην ψυχή ηθοποιό Κώστα Γαλανάκη.
Κώστας Γαλανάκης: Καλώς ήρθατε.
Νίκος Πασχίδης: Καλώς σας βρήκαμε.
Ν. Δάφνου: Ψάχνοντας για το συγκεκριμένο έργο, έπεσα πάνω σε μια φράση που έλεγε ότι δε θέτει απαντήσεις. Αντίθετα, ρωτάει. Οι μελετητές του Μπέκετ με τη σειρά τους λένε πως ο ηθοποιός ίσως να μη φέρνει κ αυτός απαντήσεις, αλλά να έρχεται να απολαύσει τις ερωτήσεις των έργων του.
Κ. Γαλανάκης: Ακριβώς. Πιστεύω πως αυτό συμβαίνει στην τέχνη γενικότερα. Δουλειά της είναι να θέτει ερωτήσεις. Οι απαντήσεις είναι προσωπικές, ανάλογα με το πνευματικό επίπεδο, τον ψυχισμό του καθενός, το τι αναζητά… Τι αποκομίζει από το ίδιο το θέαμα. Είναι σαν να βλέπουμε έναν υπέροχο πίνακα: στον κάθε θεατή – επισκέπτη λέει τελείως διαφορετικά πράγματα.
Ν. Δάφνου: Ποια ερώτηση από όλες που σας γεννήθηκαν κατά τη διαδικασία πρόβας – παράστασης απολαύσατε πιο πολύ;
Κ. Γαλανάκης: Με ιντριγκάρισε πολύ το γριφώδες του έργου αυτού. Όλη μου η προσπάθεια ήταν να διεισδύσω στη σκέψη του έργου. Γιατί στο συγκεκριμένο θεατρικό μιλάμε πιο πολύ για σκέψη με την έννοια του συνειρμού, και λιγότερο για συναίσθημα ή δεδομένες θεατρικές καταστάσεις.
Ν. Δάφνου: Ποια είναι για ‘σας τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία της "Τελευταίας μαγνητοταινίας του Κραπ";
Κ. Γαλανάκης: Ο συνειρμός που προείπα, η αντισυμβατικότητά του (μην ξεχνάμε ότι το μαγνητόφωνο είναι ένας δεύτερος ρόλος και ο ηθοποιός καλείται να συνομιλήσει και να παίξει με αυτό) και τρίτον το παιχνίδι -που έχει δώσει πολύ ωραία η παράσταση- μεταξύ φωτός και σκοταδιού.
Ν. Δάφνου: Ο Κραπ απολαμβάνει το φως;
Κ. Γαλανάκης: Ναι, γιατί είναι ουσιαστικά το κενό που κουβαλάει ο ίδιος και τα αναπάντητα ερωτήματα που έχει.
Ν. Δάφνου: Το παιχνίδι φωτός–σκοταδιού με πάει αυτόματα στην επόμενη ερώτησή μου: σε κάποιο σημείο του έργου ο ήρωας καταθέτει: "Είναι σαφές τελικά σ’ εμένα πως το σκοτάδι που πάντα πάλευα να κατανικήσω είναι στην πραγματικότητα ο καλύτερός μου σύμμαχος". Ποια σκοτεινή σας πλευρά βρίσκετε σύμμαχο, εντός και εκτός σκηνής;
Κ. Γαλανάκης: Τα κενά που κουβαλάμε. Που ξυπνάς ένα πρωί και νομίζεις ότι αιωρείσαι, ότι δεν είσαι πουθενά. Νομίζω είναι βαθιά ανθρώπινο.
Ν. Πασχίδης: Οι φοβίες μας, που άπαξ και καταφέρουμε να συνυπάρξουμε μαζί τους, γίνονται αμέσως σύμμαχοι. Όπως έκανε κι ο Μπέκετ όταν κατάφερε να αποδεχτεί αυτό που πραγματικά ήταν.
Ν. Δάφνου: Η συνύπαρξη με τις φοβίες μας, μας οδηγεί στην Τέχνη;
Ν. Πασχίδης: Ναι, το πιστεύω.
Κ. Γαλανάκης: Συνήθως… πάντα.
Ν. Δάφνου: Κε Πασχίδη, τι έσπρωξε έναν νεαρότατο σκηνοθέτη όπως εσάς στην επιλογή αυτού του δύσκολου -και τόσο αραιά ανεβασμένου στην Ελλάδα- έργου;
Ν. Πασχίδης: Κάθε έργο είναι μαζί δύσκολο και εύκολο. Διάλεξα αυτό το έργο γιατί αφενός λατρεύω τον Μπέκετ, αφετέρου γιατί θέτει το καίριο ερώτημα "Και τώρα… τι;". Πιστεύω ότι στην Ελλάδα διανύουμε την περίοδο του "Και τώρα… τι; Τι μπορώ να κάνω; Τι έχει μείνει να κάνω; Τι δεν έκανα; Αν το έκανα αυτό, θα άλλαζε κάτι;" Ο ίδιος ο Μπέκετ λέει ότι ακόμη κι αν έγραφε ένα έργο στο οποίο ο Κραπ θα είχε παντρευτεί την κοπέλα, θα έμενε μαζί της και θα είχε κάνει πράγματα που δεν έκανε, το έργο δε θα άλλαζε σε κάτι. Κι αυτό είναι ένα μεγάλο ερώτημα.
Κ. Γαλανάκης: Το ερώτημα είναι: θα άλλαζε κάτι στη ζωή του;
Ν. Πασχίδης: Το ερώτημα παραμένει. Προς αναζήτηση και στοχασμό.
Ν. Δάφνου: Αντιθέτως με ότι πιστεύουν οι πολλοί για το Μπέκετ, υπάρχει υψηλής ποιότητας χιούμορ στα έργα του, γεγονός που αποδόθηκε στην παράστασή σας στην σκηνή με τη σχεδόν παιδική λαχτάρα του Κραπ για τις μπανάνες. Ως ηθοποιός και σκηνοθέτης αντίστοιχα, που ανακαλύψατε (ή όχι) αυτό το χιούμορ, και με ποιο τρόπο;
Ν. Πασχίδης: Ο Μπέκετ κατ’ αρχάς είναι ένας κλόουν. Όλοι του οι θεατρικοί χαρακτήρες έχουν αυτό το στοιχείο. Αυτό σημαίνει ότι το χιούμορ είναι απαραίτητο.
Ν. Δάφνου: Το χιούμορ του κλόουν όμως είναι ένας καθρέφτης…
Ν. Πασχίδης: Ακριβώς. Αυτό… και όχι, που λέει κι ένας φίλος μου (γελάει). Ότι το τραγικό, είναι και αστείο ταυτόχρονα.
Κ. Γαλανάκης: Το χιούμορ για ‘μένα ως ηθοποιό λειτούργησε σαν ένα κράτημα. Η αναγνωρίσιμη σκηνή με τη μπανάνα ας πούμε, μου έδωσε τη δυνατότητα αυτοσχεδιασμών και φώτισε μια άλλη, εξίσου σημαντική πλευρά του ήρωα: την πλευρά του κλόουν, που αν του αρέσει το αντικείμενο που παίζει, κάνει το παιχνίδι του γεγονός. Γι΄ αυτό και επιμείναμε τόσο σε αυτή τη σκηνή. Είμαστε εντός κειμένου, το λέει κι ο ίδιος: "έφαγα τρεις μπανάνες και με το ζόρι κρατήθηκα να μη φάω και τέταρτη". (γελάει). Καμία παρέκκλιση.
Ν. Δάφνου: Ποια είναι η αγαπημένη σας στιγμή στο έργο; Ξέρω ότι είναι δύσκολο να διαλέξετε βέβαια…
Κ. Γαλανάκης: Η συνομιλία με τη ζωντανή τελευταία μαγνητοταινία. Το πιο ζωντανό μέρος της παράστασης.
Ν. Πασχίδης: Αδύνατον να διαλέξω. Κάτι θα αδικήσω.
Ν. Δάφνου: Η λεγόμενη "οικονομική κρίση" αντί να μειώσει, αύξησε τις θεατρικές παραγωγές. Τι είδους "αλήθεια" πιστεύετε ότι κρύβει αυτή η παράσταση ώστε να αξίζει κάποιος να τη δει;
Ν. Πασχίδης: (σκέφτεται) Τι απαντάς σ’ αυτό… Γιατί έχει μια αλήθεια!
Κ. Γαλανάκης: Σαν αντίδραση. Είναι ένα έργο εντελώς αντισυμβατικό. Αυτήν την περίοδο κυκλοφορούν έργα εύπεπτα, διασκεδαστικά, εξωστρεφή. Είναι το μόνο έργο του Μπέκετ που παίζεται αυτήν την περίοδο νομίζω. Είναι για θεατρόφιλο, εκπαιδευμένο κοινό. Μιλάει για τη μοναξιά με τρόπο ιδιαίτερο, χωρίς καμία περιφρόνηση.
Ν. Δάφνου: Βλέποντας την παράσταση, μου προέκυψαν και κάποιες άλλες ερωτήσεις. Το έργο ξεκινάει με μια ανάμνηση της παιδικής ηλικίας. Ποια ανάμνηση σας έχει στιγματίσει προσωπικά από τα παιδικά σας χρόνια;
Ν. Πασχίδης: Ο θάνατος ενός πολύ αγαπημένου μου προσώπου.
Κ. Γαλανάκης: Πολύ δύσκολο να απαντήσω. Αν κοιτάξω λίγο πίσω και σκεφτώ, επικεντρώνομαι σε σχολικές στιγμές, στους πολλούς θανάτους που έχω –λόγω ηλικίας– ζήσει, και στη σκέψη ότι κάποια αγαπημένα πρόσωπα δε θα τα ξαναδώ. Δύσκολη η απώλεια. Ειδικά για μια παιδική ψυχή που δεν έχει την ικανότητα να επεξεργαστεί το εφήμερο της ύπαρξης και μέσω της σκέψης να σταθεί διαφορετικά απέναντι στο γεγονός.
Ν. Δάφνου: Αν υπήρχε η δυνατότητα να αφήσετε τη δική σας "μαγνητοταινία" με ηχητικά ντοκουμέντα για τις επόμενες γενιές, τι θα βάζατε μέσα;
Ν. Πασχίδης: Θα το άκουγε κι άλλος;
Ν. Δάφνου: Ναι, ένα ηχητικό ντοκουμέντο για τις επόμενες γενιές.
Ν. Πασχίδης: Μια αλήθεια που δεν ήθελα να εκφράσω μέχρι τότε. Ό,τι δεν τόλμησα να πω ποτέ.
Κ. Γαλανάκης: Συμφωνώ απόλυτα με τον ήρωα που δε θέλει να ακούσει καθόλου τις πνευματικές του αναζητήσεις και μένει στην ειδυλλιακή στιγμή που έζησε με την κοπέλα πάνω στη σχεδία. Αυτό είναι ένα χάδι της ψυχής. Σε τέτοιες στιγμές θα επικεντρωνόμουν στη δική μου μαγνητοταινία. Είναι μεγάλο δώρο στον άνθρωπο ο έρωτας.
Ν. Δάφνου: Το έργο αυτό μοιάζει πεσσιμιστικό, έχει φως όμως… Είναι ύμνος στην ίδια τη ζωή και τον έρωτα.
Κ. Γαλανάκης: Ναι, έχει μια σκέψη ζωντανή και δυνατή. Είναι σαν να λέει "Η ζωή είναι δρόμος, ακολούθησέ τον, μην ψάχνεις, μην κοιτάς πίσω. Προχώρα μπροστά. Πάρε ό,τι ακριβώς προσφέρει".
Ν. Δάφνου: Θα θέλατε να προσθέσετε κάτι για να κλείσουμε τη συνέντευξή μας;
Κ. Γαλανάκης: Εύχομαι να έχει απήχηση στο κοινό. Για ‘μένα είναι μια σημαντική εμπειρία. Ποτέ δεν ήμουν υπεραισιόδοξος ότι θα κάναμε τη νέα εισπρακτική επιτυχία. Είναι όμως τέτοια η πρόκληση για τον ηθοποιό, που δε σε αφορά πόσο κοινό έχεις.
Ν. Δάφνου: Θέμα τελικά είναι να μοιραστείς την αλήθεια σου με όσους έχουν τη δύναμη να σε ακολουθήσουν;
Κ. Γαλανάκης: Ακριβώς.
Ν. Δάφνου: Σας ευχαριστώ πολύ!
Ν. Πασχίδης: Κι εμείς με τη σειρά μας.
*Η παράσταση "Εκείνη τη φορά-Η τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ" του Σάμουελ Μπέκετ, σε σκηνοθεσία Νίκου Πασχίδη και ερμηνεία Κώστα Γαλανάκη, παρουσιάζεται στο Θέατρο Ροές (Ιάκχου 16, Γκάζι, Μετρό Κεραμεικός, Αθήνα, τηλ. 210 3479426, 210 3479169), κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00, έως 8 Απριλίου 2014.
0 comments: