Ελένη Παπάζογλου, Το πρόσωπο του πένθους, Η Ηλέκτρα του Σοφοκλή ανάμεσα στο κείμενο και την παράσταση, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2014.
Ευγενική, ηρωική, συνετή, ευσεβής και (κυρίως) πενθούσα τυραννοκτόνος κόρη που αποζητά τη δικαιοσύνη ή στυγνή, αισχρά, αναιδής, φρενήρης και (κυρίως) οργισμένη, αμετανόητη μητροκτόνος εκδικήτρια; Φωτεινή φωνή της επανάστασης ή σκοτεινή κραυγή μιας αδιέξοδης αυτοδικίας; Ηγερία της εξέγερσης ή εγκλωβισμένη στην ψυχοπαθολογία; Αρχετυπική "μορφή" ή ιδιοσυγκρασιακός "χαρακτήρας"; Και τελικά: ποιο είναι το πρόσωπο του πένθους που ταιριάζει στη σοφόκλεια Ηλέκτρα; Αλλά και: πώς μας αναγκάζει και πώς μας επιτρέπει το θέατρο να στοχαστούμε πάνω στη βία της πραγματικότητας;
Οι απαντήσεις που έδωσε σε αυτά τα ερωτήματα το ευρωπαϊκό θέατρο, μέσα από τις διασκευές και τις παραστάσεις του σοφόκλειου έργου τους τελευταίους τέσσερις αιώνες, ήταν πολλές και ποικίλες. Και πιστοποιούν ότι η σοφόκλεια Ηλέκτρα είναι περισσότερο αποκαλυπτική ως παράδειγμα πρόσληψης της αρχαιότητας απ’ ό,τι η συντριπτικά δημοφιλέστερη Αντιγόνη, διότι τόσο η ίδια η Ηλέκτρα, όσο και η αρχαιότητα που εκπροσωπεί, αποδείχθηκαν πιο δύσκολες και εντέλει πιο ξένες –και γι’ αυτό πιο προκλητικές για όσες κοινωνίες θέλησαν να οικειωθούν τους αρχαίους και πίστεψαν ότι τα κατάφεραν.
Ανάλογη ποικιλία, αλλά και αντιφατικότητα, καταγράφεται στις προσεγγίσεις της σοφόκλειας Ηλέκτρας στο πλαίσιο των αρχαιογνωστικών σπουδών: υπονομεύοντας άρδην την ιδέα του κειμένου ως σταθερού, στατικού και κυρίαρχου νοηματοδοτικού μηχανισμού της παράστασης, ο βιβλιογραφικός ορίζοντας του έργου καταδεικνύει το εντυπωσιακό εύρος των ερμηνευτικών (και τραγικών) δυνατοτήτων που η επιστημονική θεωρία επιτρέπει – παρόλο που ούτε διαθέτει ούτε διεκδικείούτε προαπαιτεί την «ποιητική άδεια» της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Εστιάζοντας παράλληλα στη Θεωρία και την Τέχνη, τη φιλολογία και το θέατρο, το βιβλίο ανιχνεύει τη δυναμική που αναπτύχθηκε και εξακολουθεί να αναπτύσσεται ανάμεσα στο σοφόκλειο κείμενο και τις παραστάσεις του, έχοντας δύο βασικούς στόχους: αφενός, να εξετάσει τη σοφόκλεια Ηλέκτρα και τη θεατρική αλλά και αρχαιογνωστική πρόσληψή της· αφετέρου, και χωρίς να συμβιβάσει την επιστημονική προοπτική, να συμβάλει με αμεσότητα και ευθυβολία στην ευρύτερη (και εντελώς ιδεολογική) συζήτηση για το αρχαίο δράμα, η οποία στη χώρα μας διεξάγεται κατά κύριο λόγο από τις σελίδες των εφημερίδων και διαμορφώνει μια επιπόλαιη "κοινόχρηστη αρχαιογνωσία"–μια αρχαιογνωσία που εγκλωβίζει τις παραστάσεις, την κριτική τους, αλλά και αυτήν την ευρύτερη σχέση μας με την Αρχαιότητα, σε ψευδο-επιστημονικά ερμηνευτικά σχήματα.
Οι απαντήσεις που έδωσε σε αυτά τα ερωτήματα το ευρωπαϊκό θέατρο, μέσα από τις διασκευές και τις παραστάσεις του σοφόκλειου έργου τους τελευταίους τέσσερις αιώνες, ήταν πολλές και ποικίλες. Και πιστοποιούν ότι η σοφόκλεια Ηλέκτρα είναι περισσότερο αποκαλυπτική ως παράδειγμα πρόσληψης της αρχαιότητας απ’ ό,τι η συντριπτικά δημοφιλέστερη Αντιγόνη, διότι τόσο η ίδια η Ηλέκτρα, όσο και η αρχαιότητα που εκπροσωπεί, αποδείχθηκαν πιο δύσκολες και εντέλει πιο ξένες –και γι’ αυτό πιο προκλητικές για όσες κοινωνίες θέλησαν να οικειωθούν τους αρχαίους και πίστεψαν ότι τα κατάφεραν.
Ανάλογη ποικιλία, αλλά και αντιφατικότητα, καταγράφεται στις προσεγγίσεις της σοφόκλειας Ηλέκτρας στο πλαίσιο των αρχαιογνωστικών σπουδών: υπονομεύοντας άρδην την ιδέα του κειμένου ως σταθερού, στατικού και κυρίαρχου νοηματοδοτικού μηχανισμού της παράστασης, ο βιβλιογραφικός ορίζοντας του έργου καταδεικνύει το εντυπωσιακό εύρος των ερμηνευτικών (και τραγικών) δυνατοτήτων που η επιστημονική θεωρία επιτρέπει – παρόλο που ούτε διαθέτει ούτε διεκδικείούτε προαπαιτεί την «ποιητική άδεια» της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Εστιάζοντας παράλληλα στη Θεωρία και την Τέχνη, τη φιλολογία και το θέατρο, το βιβλίο ανιχνεύει τη δυναμική που αναπτύχθηκε και εξακολουθεί να αναπτύσσεται ανάμεσα στο σοφόκλειο κείμενο και τις παραστάσεις του, έχοντας δύο βασικούς στόχους: αφενός, να εξετάσει τη σοφόκλεια Ηλέκτρα και τη θεατρική αλλά και αρχαιογνωστική πρόσληψή της· αφετέρου, και χωρίς να συμβιβάσει την επιστημονική προοπτική, να συμβάλει με αμεσότητα και ευθυβολία στην ευρύτερη (και εντελώς ιδεολογική) συζήτηση για το αρχαίο δράμα, η οποία στη χώρα μας διεξάγεται κατά κύριο λόγο από τις σελίδες των εφημερίδων και διαμορφώνει μια επιπόλαιη "κοινόχρηστη αρχαιογνωσία"–μια αρχαιογνωσία που εγκλωβίζει τις παραστάσεις, την κριτική τους, αλλά και αυτήν την ευρύτερη σχέση μας με την Αρχαιότητα, σε ψευδο-επιστημονικά ερμηνευτικά σχήματα.
Η Ελένη Παπάζογλου είναι επίκουρη καθηγήτρια αρχαίου δράματος στο Τμήμα Θέατρου της Σχολής Καλών Τεχνών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
0 comments: