Γκόλφω του Σπυρίδωνα Περεσιάδη, σε σκηνοθεσία Νίκου Καραθάνου, στο Εθνικό Θέατρο.
Η ιστορία της Γκόλφως εκτυλίσσεται στην ορεινή περιοχή των Καλαβρύτων, στα πλαίσια μιας ποιμενικής κοινωνίας. Η όμορφη Γκόλφω έχει ανταλλάξει όρκους αιώνιας αγάπης και αφοσίωσης με τον νεαρό βοσκό Τάσο. Παράλληλα, μαζί της είναι ερωτευμένος και ο ανιψιός του αρχιτσέλιγκα, που προσπαθεί μάταια να κερδίσει την εύνοια της. Ο τελευταίος πείθει τον πλούσιο θείο του να διεκδικήσει τον Τάσο για γαμπρό της κόρης του. Ο Τάσος δέχεται φοβερές πιέσεις να εγκαταλείψει την Γκόλφω και να επιλέξει την πλούσια νύφη και την πλούσια ζωή και τελικά ενδίδει. Η Γκόλφω χάνει τον κόσμο της και οδηγείται στην τρέλα. Στο τέλος του έργου ο Τάσος μετανιώνει και επιθυμεί να ξαναβρεί τον χαμένο έρωτά του, αλλά είναι πια αργά, καθώς η νεαρή κοπέλα έχει πιει δηλητήριο και πεθαίνει.
Από τη στιγμή της συγγραφής του μέχρι σήμερα, το έργο έχει δεχθεί πλήθος ερμηνειών, εκδοχών, αναπαραστάσεων και παραστάσεων. Η υπόθεσή του είναι γνωστή στο ευρύ κοινό και οι χαρακτήρες του έχουν πάρει διαστάσεις συμβόλων, καθιστώντας αυτομάτως κάθε σκηνοθετική προσπάθεια πρόκληση. Επιπλέον, το γεγονός ότι το κείμενο είναι γραμμένο σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο, χωρίς ομοιοκαταληξία και μιμείται τη ρυθμολογία δημοτικού τραγουδιού, προσθέτει μία ακόμα δυσκολία στην παρουσίασή του.
Η παρούσα παράσταση, σε σκηνοθεσία Νίκου Καραθάνου, προσπέρασε με αισθητική και ευφυΐα τις αδιαμφισβήτητες δυσκολίες του κειμένου του Περεσιάδη, κατορθώνοντας να το αξιοποιήσει και να το καταστήσει κατανοητό και προσιτό. Υιοθέτησε μια σουρεαλιστική οπτική, αποφεύγοντας την γραφική διάστασή του και παράλληλα, δεν παρέλειψε να αναφερθεί με ήχους και εικόνες στην παράδοση, στην οποία ανήκει το έργο. Η φύση είναι συνεχώς παρούσα στην παράσταση, τόσο μέσω υπαινιγμών, όσο και σαφών αναφορών, καθώς όπως δήλωσε ο ίδιος ο σκηνοθέτης "όταν ο Περεσιάδης αναφέρεται στη φύση, στα βουνά, στους λόγγους, στα νερά, είναι σαν να εκφράζει την ψυχολογική κατάσταση κάθε ήρωα". Η πένθιμη διάθεση του κειμένου κυριάρχησε καθ' όλη τη διάρκεια της παράστασης, η οποία ενισχύθηκε από τα λιτά και πρακτικά σκηνικά και κοστούμια της Έλλης Παπαγεωργακοπούλου, όπου δέσποζε το μαύρο χρώμα. Το οργανικό σύνολο της σκηνικής παρουσίασης συμπλήρωσε η εμφανώς δουλεμένη ομάδα των ηθοποιών.
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες επιλογές του σκηνοθέτη ήταν μοιράσει τους ρόλους της Γκόλφως και του Τάσου σε ηθοποιούς τριών διαφορετικών ηλικιών, δηλώνοντάς μας με σαφήνεια ότι ο έρωτας και τα πάθη δεν έχουν ηλικία και μας αφορούν όλους. Παρακολουθούμε τον Τάσο να παύει να είναι νέος, μόλις χάνει την αθωότητά του και υποκύπτει στις κοινωνικές επιταγές και έπειτα να γίνεται γέρος μόλις κατανοεί τον κόσμο και κατακτά τη γνώση. Την ίδια πορεία ακολουθεί και η Γκόλφω που ξεκινά με την ατόφια πίστη της νεότητας, συνεχίζει με την διάψευση των ονείρων της και καταλήγει σοφή αλλά αδύναμη.
Τον ρόλο του Τάσου μοιράστηκαν με ισάξια ποιότητα και βάθος αλλά με διαφορετικό σκηνικό στίγμα ο νεαρός Χάρης Φραγκούλης, ο Νίκος Καραθάνος και ο Γιάννης Βογιατζής, ενώ τον ρόλο της Γκόλφως απέδωσαν η Εύη Σαουλίδου, η Λυδία Φωτοπούλου και η Αλίκη Αλεξανδράκη. Ο ταλαντούχος Άγγελος Τριανταφύλλου ανέλαβε τον ρόλο του Κίτσου. Ο ίδιος υπογράφει και την πρωτότυπη μουσική της παράστασης που παίζεται επί σκηνής από τους ηθοποιούς και φορτίζει ενεργειακά τη δράση. Την ομάδα των αξιόλογων ηθοποιών που υποστήριξαν το δύσκολο και απαιτητικό σκηνοθετικό εγχείρημα συμπληρώνουν ο Μιχάλης Σαράντης ως Γιάννος, η Χριστίνα Μαξούρη ως Αστέρω, ο Γιώργος Μπινιάρης ως Θανάσουλας, ο Γιάννης Κότσιφας ως Δήμος και ο Άγγελος Παπαδημητρίου ως Ζήσης. Μαζί τους η Μαρία Διακοπαναγιώτου, που αντεπεξήλθε με ευχέρεια στη ιδιαίτερη σκηνοθετική απόδοση του ρόλου της Σταυρούλας που εμφανίζεται ως αρκούδα, σχηματοποιώντας την ουσία του χαρακτήρα της. Οι φωτισμοί ήταν του Λευτέρη Παυλόπουλου και την κίνηση των ηθοποιών επιμελήθηκε η Αμαλία Μπένετ.
Το αποτέλεσμα της συνεργασίας των ταλαντούχων συντελεστών υπήρξε μία άρτια, ομοιογενής παράσταση που τόλμησε να εξερευνήσει τα όρια μιας σουρεαλιστικής προσέγγισης ενός παραδοσιακού κειμένου. Πρόκειται για μια παράσταση, που στο σύνολό της ικανοποιεί τον θεατή με την καλαίσθητη σκηνική απόδοση ενός δραματικού κειμένου που καταδεικνύει και ενίοτε καταδικάζει τις απώλειες. Απώλειες τυχαίες, δραματικές και αξεπέραστες. Απώλειες φυσικές. Απώλειες που μας επιβάλουν οι κοινωνικές επιταγές και τελικά κοστίζουν ακριβά.
0 comments: