Από το Blogger.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΧΩΣ: "Υπόγειο" (Αυλαία, 23-26/9), "Προσωπική συμφωνία" (Κολοσσαίον, 25/9-6/10), "Ρένα" (Αριστοτέλειον, 27/9-6/10), "Οθέλλος" (Αμαλία, 2-13/10), "Οι 12 ένορκοι" (Αθήναιον, 4-5/10)

Κριτική θεάτρου: Χαίρε νύμφη του Γρ. Ξενόπουλου

Leave a Comment
Sex, drugs και λαϊκοπόπ

Χαίρε νύμφη του Γρηγορίου Ξενόπουλου στο Θέατρο Τέχνης - Φρυνίχου.

Μπορεί ένα κλασικό κείμενο του 1930 να αποτελέσει το υλικό για την πιο πρωτοποριακή και μεστή σκηνική πρόταση της φετινής θεατρικής περιόδου; Η απάντηση είναι καταφατική στην περίπτωση του έργου Χαίρε νύμφη του Γρηγορίου Ξενόπουλου, που σκηνοθέτησε με έναν σπαρταριστά εμπνευσμένο τρόπο η Λένα Κιτσοπούλου. Η Κιτσοπούλου διασκεύασε το κείμενο κινούμενη σε έναν βασικό νοηματικό άξονα: όλοι έχουμε ερωτευτεί και πληγωθεί στα τρυφερά χρόνια της εφηβείας, σχεδόν ολοι πιαστήκαμε κορόιδα και εξαπατηθήκαμε. Μάλιστα σπεύδει να δηλώσει η ίδια επί σκηνής τη σκηνοθετική της άποψη, με έναν φευγάτο, παιχνιδιάρικο τρόπο: ένα σκηνοθετικό σημείωμα που η ίδια "απαγγέλει" τραγουδιστά ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη πράξη. Η Κιτσοπούλου επικαλείται εμπειρίες απο τη δική της εφηβεία, στα χρόνια της δεκαετίας του 80, και με βάση αυτές επιχείρησε να φωτίσει την ιστορία της έφηβης ξενοπουλικής ηρωίδας, της Ρόζας Στάγγα.
Το έργο είναι ένα ζουμ ιν στη ζωή της Ρόζας, κόρης καθηγητή θεολογίας, και της κακοποίησης της από τον αστό φοιτητή νομικής, Ζωζό, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε τον έρωτα της κοπέλας για εκείνον και το νεαρό της ηλικίας της, οδηγώντας την στην πορνεία. Το κλίμα της διαφθοράς και της υποκρισίας της αστικής τάξης που υπάρχει στον —αρκετά ρηξικέλευθο για την εποχή του— Ξενόπουλο, μεταφέρει εξαιρετικά επιτυχημένα στην σύγχρονη εποχή η Κιτσοπούλου. Η παράσταση αποτελεί ένα κλείσιμο ματιού στο κιτς της δεκαετίας του 80, αλλά και στη λαϊκοπόπ αισθητική της δεκαετίας του 90. Μια ελεγεία στη vintage εικόνα των περασμένων δεκαετιών που αποτυπώνεται και από τα κοστούμια και τα σκηνικά αντικείμενα (τα παραβάν με τους χρωματιστούς παπαγάλους που μεταφέρονται από χώρο σε χώρο και τον μεγάλο κόκκινο δερμάτινο καναπέ) που περιβάλλουν τον κόσμο των χαρακτήρων (σκηνικά-κοστούμια Έλλη Παπαγεωργακοπούλου). Οι δύο νεαροί σνιφάρουν κόκα ακούγοντας και τραγουδώντας το Τραύμα της Βίσση, ενώ λίγο αργότερα ο ένας από τους δύο θα προκαλέσει το ισχυρό τραύμα στη ζωή της Ρόζας κακοποιώντας τη και βιντεοσκοπώντας τη γυμνή. Η τολμηρότητα των εικόνων —όχι μόνο με την έννοια του σοκ που ενδεχομένως να προκαλούν σε μερίδα του κοινού, αλλά και με την έννοια της τολμηρής, μη ωραιοποιημένης, αλήθειας— συνδυάζονται με έναν τρόπο γοητευτικό και λειτουργικό με την απόφαση της Κιτσοπούλου να κρατήσει αναλλοίωτους τους ιδιωματισμούς της γλώσσας του Ξενόπουλου. Έτσι, για παράδειγμα, όταν ο Ζωζός αναφέρεται στην άφιξη μιας εφήμερης ερωμένης του λέει πως εκείνη θα έρθει με τον μόνιππο, ενώ την ίδια στιγμή καταγράφει το χώρο με μια κάμερα τελευταίας τεχνολογίας.
Σημαντικό μερίδιο του θεατρικού αυτού θαύματος έχουν οι ηθοποιοί της παράστασης. Ιδιαίτερη αναφορά στη Μαρία Πρωτόπαππα που ερμηνεύει τη Ρόζα και που με μοναδικό τρόπο αποτυπώνει στο πρόσωπο και στο σώμα το θρυμματισμό της προσωπικότητας και της αξιοπρέπειας αυτής της γυναίκας. Η σκηνοθετική πρόταση "θέλει" την παρουσίαση της Ρόζας σαν μια άλλη Έιμυ Γουαϊνχάουζ (η Πρωτόπαππα στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης εμφανίζεται με μια περούκα που παραπέμπει στην τραγουδίστρια), που οδηγείται προς ένα αναπόφευκτο, άδικο τέλος. Δίπλα της στο ρόλο του Ζωζού ο Γιάννος Περλέγκας, σκιαγραφεί επιτυχώς το πορτραίτου του αμετανόητα σκληρού χαρακτήρα. Εξαιρετικές ερμηνείες και από τους υπόλοιπους ηθοποιούς: τον Αλέξανδρο Τσώτση, τη Ντάνη Γιαννακοπούλου, τον Γιάννη Καπελέρη. Ενδιαφέροντα ερμηνευτικά αποτελέσματα δίνουν στους διπλούς παράλληλους ρόλους που τους έχουν ανατεθεί, ο Γιάννης Κότσιφας (στον ρόλο του ασυγκράτητου φίλου του Ζωζού και στον συντηρητικό αδελφό του μελλοντικού άνδρα της Ρόζας) και η Ιωάννα Μαυρέα ως αδίστακτη μητέρα της Ρόζας αλλά και μελλοντική πεθερά της. Ο τρόπος που κινούνται και εκφράζονται οι ήρωες στη σκηνή, φέρνει στο νου τους απόκοσμους, ιδιόρρυθμους ήρωες των διηγημάτων που έχει γράψει η Κιτσοπούλου.
Μια ανανεωτική, αποδομιστική ματιά πάνω σε ένα κλασικό κείμενο, μια φωτεινή στιγμή για το Θέατρο Τέχνης. Οι θαυμαστές της δουλειάς σκηνοθετών όπως ο Οστερμάιερ και ο Βαρλικόφσκι θα το λατρέψουν. Χαίρε νύμφη, λοιπόν και Χαίρε Λένα Κιτσοπούλου!

Κορνήλιος Ρουσάκης
Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα

0 comments: