Ένας Μεγάλος Αρχιστράτηγος, ένας σκληρός πολεμιστής, ένας αδίστακτος λάτρης της εξουσίας, γυρίζει νικητής και τροπαιούχος από έναν σχεδόν παγκόσμιο πόλεμο.
Έναν πόλεμο, που υμνήθηκε όσο κανένας άλλος στην Ιστορία της ανθρωπότητας.
Γυρίζει λοιπόν μετά από δέκα χρόνια απουσίας, άλλος άνθρωπος. Ένας άνδρας γεμάτος ρωγμές, γεμάτος εφιάλτες και γνώστης του "παραδείσου" που έχει απολέσει…
Ο πόλεμος, το αίμα που χύθηκε —για βροντερά και κίβδηλα νομίσματα—, οι φίλοι που "έπεσαν, σωστά παλικάρια, όμως ποιος ξέρει με πόση πίκρα, πόσο φόβο κι αυτοί". Ακόμα οι μικρές ανθρώπινες χαρές που άφησε να κυλήσουν μέσα από τα δάχτυλα του και να χαθούν, τώρα του αποκαλύπτονται σε όλο τους το μεγαλείο…
Ξέρει πως είναι αργά πια.
Ξέρει πως γυρίζει για να πεθάνει…..
Μα πριν πεθάνει, ανοίγει την καρδιά του στο "θύτη" του για να μπορέσει καθάριος πια να ανέλθει δια του θανάτου του "στο γαλανότατο Όρος".
...Tα λάφυρα όλα κρατήστε ή μοιράστε τα – τίποτα δε θέλω.
Kαι τη γυναίκα αυτή που ουρλιάζει στα σκαλιά, πάρ' τη για δούλα σου
ή για τροφό του γιου μας (–πού 'ναι, αλήθεια;– δεν τον είδα) – όχι στην
κλίνη μου, όχι,
μια κλίνη ολότελα άδεια μου χρειάζεται τώρα, να βουλιάζω, να χάνομαι, [...]
και το βαρύ, αδαμαντοποίκιλτο σκήπτρο
–προπάντων αυτό– δεν μου χρειάζεται· ασήκωτο. Σήμερα νιώθω
το θυμό του Aχιλλέα· –όχι καθόλου αντιδικία μαζί μου– κούραση ήταν,
μια κούραση προδρομική που εξίσωνε τη νίκη με την ήττα,
τη ζωή με το θάνατο...
Σκηνικά- Κοστούμια: Φίλιππος Παπαγεωργίου
Μουσική Επιμέλεια: Αίγλη Χαβά- Βάγια
Σχεδιασμός Φωτισμών: Φίλιππος Παπαγεωργίου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Αλέξανδρος Ζαφειριάδης
Εκτέλεση Φωτισμών: Τάσος Σγουρομάλλης
Φωτογραφίες: Λευτέρης Τεκτονίδης.
Έναν πόλεμο, που υμνήθηκε όσο κανένας άλλος στην Ιστορία της ανθρωπότητας.
Γυρίζει λοιπόν μετά από δέκα χρόνια απουσίας, άλλος άνθρωπος. Ένας άνδρας γεμάτος ρωγμές, γεμάτος εφιάλτες και γνώστης του "παραδείσου" που έχει απολέσει…
Ο πόλεμος, το αίμα που χύθηκε —για βροντερά και κίβδηλα νομίσματα—, οι φίλοι που "έπεσαν, σωστά παλικάρια, όμως ποιος ξέρει με πόση πίκρα, πόσο φόβο κι αυτοί". Ακόμα οι μικρές ανθρώπινες χαρές που άφησε να κυλήσουν μέσα από τα δάχτυλα του και να χαθούν, τώρα του αποκαλύπτονται σε όλο τους το μεγαλείο…
Ξέρει πως είναι αργά πια.
Ξέρει πως γυρίζει για να πεθάνει…..
Μα πριν πεθάνει, ανοίγει την καρδιά του στο "θύτη" του για να μπορέσει καθάριος πια να ανέλθει δια του θανάτου του "στο γαλανότατο Όρος".
Kαι τη γυναίκα αυτή που ουρλιάζει στα σκαλιά, πάρ' τη για δούλα σου
ή για τροφό του γιου μας (–πού 'ναι, αλήθεια;– δεν τον είδα) – όχι στην
κλίνη μου, όχι,
μια κλίνη ολότελα άδεια μου χρειάζεται τώρα, να βουλιάζω, να χάνομαι, [...]
και το βαρύ, αδαμαντοποίκιλτο σκήπτρο
–προπάντων αυτό– δεν μου χρειάζεται· ασήκωτο. Σήμερα νιώθω
το θυμό του Aχιλλέα· –όχι καθόλου αντιδικία μαζί μου– κούραση ήταν,
μια κούραση προδρομική που εξίσωνε τη νίκη με την ήττα,
τη ζωή με το θάνατο...
Γιάννης Pίτσος, "Aγαμέμνων", Tέταρτη Διάσταση, εκδ. Kέδρος, Aθήνα, 2001.
Τώρα στη θεατρική σκηνή
Αγαμέμνων του Γιάννη Ρίτσου, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Βάγια.
Σκηνικά- Κοστούμια: Φίλιππος Παπαγεωργίου
Σχεδιασμός Φωτισμών: Φίλιππος Παπαγεωργίου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Αλέξανδρος Ζαφειριάδης
Εκτέλεση Φωτισμών: Τάσος Σγουρομάλλης
Φωτογραφίες: Λευτέρης Τεκτονίδης.
Παίζουν: Δημήτρης Βάγιας, Αμαλία Στρινοπούλου, Βασίλης Ισσόπουλος, Άννυ Ντουμούζη (φωνή Κασσάνδρας).
Στο Studio Όρα (Αντωνίου Καμάρα 3, Θεσσαλονίκη), από 22 Μαρτίου.
Κάθε Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή, Δευτέρα στις 21:15.
0 comments: