Η Νάντια Φώσκολου, ο Δημήτρης Αγαρτζίδης και ο Αλμπέρτο Φάις, συντελεστές της παράστασης "Παραλήπτης άγνωστος", συνομιλούν με τη Νικολέτα Δάφνου.
Νικολέτα Δάφνου: Ο "Παραλήπτης άγνωστος" είναι πολιτικό θέατρο, ή όχι;
Νάντια Φώσκολου: Σίγουρα από τη στιγμή που η ιστορία τοποθετείται στη Γερμανία της περιόδου 1932–1934 και της ανόδου του Χίτλερ, υπάρχει μια έντονη πολιτική διάσταση. Ωστόσο εμείς παρακολουθούμε την ιστορία δύο νέων ανθρώπων, των ηρώων μας, δυο αδελφικών φίλων Γερμανών, επιτυχημένων μεταναστών στην Αμερική. Ο ένας από τους δύο αποφασίζει το 1932 να επιστρέψει στη Γερμανία. Μέσω της αλληλογραφίας τους παρακολουθούμε σε τι τροχιά μπαίνει η σχέση τους από την άφιξη του πρώτου στη Γερμανία και για τα επόμενα δύο χρόνια.
Αναφορικά με το τι εννοούμε "Πολιτικό Θέατρο", θεωρώ ότι είναι μια μεγάλη θεατρολογική συζήτηση. Ο Χίτλερ αναφέρεται μέσα στο έργο και οι κοινωνικές–πολιτικές–οικονομικές συνθήκες παίζουν μεγάλο ρόλο, οπότε θα έλεγα μάλλον ότι είναι μια ιστορία με έντονη πολιτική διάθεση, παρά "Πολιτικό Θέατρο".
Ν. Δάφνου: Τα γράμματα τα οποία διαβάζουν οι ηθοποιοί είναι πραγματικά, ή δημιουργήθηκαν από την συγγραφέα της νουβέλας;
Ν. Φώσκολου: Στην έρευνά μας καταλήξαμε ότι η νουβέλα αυτή είναι έργο μυθοπλασίας. Η συγγραφέας έχει εμπνευστεί από ιστορίες που έχουν ακουστεί για αλληλογραφία ανάμεσα σε Αμερική και Γερμανία, αλλά παρ’ όλ’ αυτά οι επιστολές δεν αποτελούν ντοκουμέντα.
Ν. Δάφνου: Το ερώτημα που –μεταξύ άλλων- τίθεται στην παράσταση "Πώς γεννιέται ένας φασίστας – Ναζιστής" φαντάζει πιο επίκαιρο από ποτέ. Ποιους κινδύνους και ποια θετικά ενέχει το να δουλεύεις σε ένα τόσο ευαίσθητο για τα σημερινά δεδομένα θέμα;
Ν. Φώσκολου: Στο έργο παρακολουθούμε την άνοδο μιας ακραίας πολιτικής τάσης μέσω της ιστορίας δύο ανθρώπων. Βρίσκεις κοινά σημεία με το σήμερα σχεδόν αυτόματα. Πρέπει όμως και να έχεις μάτια ανοιχτά για να δεις τις διαφορές και να μην λειτουργείς απλουστευτικά.
Η δουλειά που πιστεύω πρέπει να κάνει ο άνθρωπος του θεάτρου είναι να αναδείξει την ιστορία μεταξύ των ανθρώπων, σε όποιο πολιτικοκοινωνικό πλαίσιο είναι αυτή. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μας βοηθάει ότι μένουμε σε συγκεκριμένους ρόλους και προσπαθούμε να καταλάβουμε βήμα – βήμα την ιστορία τους. Την ευρύτερη αναγωγή θα την κάνει το κοινό, αλλά και οι πολιτικοί αναλυτές, οι κριτικοί, οι κοινωνιολόγοι κτλ. Ελπίζουμε στη φαντασία και στα ερωτήματά που τους απασχολούν. Τα ερωτήματα τα βλέπουμε και τα θέτουμε. Δεν ξέρουμε ακριβώς την απάντηση.
Ν. Δάφνου: Άρα η τέχνη δεν έχει απαντήσεις, μόνο ερωτήματα. Η απάντηση κρύβεται μέσα στον αποδέκτη, σωστά;
Ν. Φώσκολου: Συμφωνώ.
Ν. Δάφνου: Εάν είχατε τη δυνατότητα να έχετε στα χέρια σας την αλληλογραφία ενός προσώπου που δεν είναι πια στη ζωή, ιστορικού και μη, ποιον θα διαλέγατε;
Δημήτρης Αγαρτζίδης: Όλων! (γέλια)
Ν. Δάφνου: ..θα προλάβεις να τις διαβάσεις;
Δ. Αγαρτζίδης: …μα πραγματικά δεν μπορώ να απαντήσω. Νάντια;
Ν. Φώσκολου: Μου ήρθε το κλισέ της αλληλογραφίας του Τσέχωφ με την Κνίπερ, αλλά αυτή υπάρχει ήδη στα χέρια μας, οπότε δεν αποτελεί αποκάλυψη.
Δ. Αγαρτζίδης: Από τη μια θα ήθελα να διαβάσω την αλληλογραφία όλων των προσώπων, ιστορικών και μη, από την άλλη δε θέλω να διαβάσω τίποτα! Δεν ξέρω τι να απαντήσω, αλήθεια… Είναι τόσο "ανοιχτή" ερώτηση που δεν μπορώ να καταλήξω κάπου.
Αλμπέρτο Φάις: Δύσκολο… Θα επέλεγα κάποιο πρόσωπο θρησκευτικό, αν δεχτούμε ότι υπήρξαν τα θρησκευτικά πρόσωπα. Θα επέλεγα την αλληλογραφία του Χριστού προς τη μητέρα του. Έχω περιέργεια τι θα έγραφε σε κάποιον δικό του.
Ν. Δάφνου: Ο ηθοποιός λένε πως πρέπει να έχει "θέμα" με αυτό που παίζει στη σκηνή. Ένα από τα μεγάλα θέματα που εντοπίζει κανείς στο έργο αυτό είναι η προδοσία. Δημήτρη, έχεις θέμα με την προδοσία;
Δ. Αγαρτζίδης: Φυσικά. Οι προδοσίες αυξάνονται όσο μεγαλώνεις, συσσωρεύονται. Όσο συσσωρεύονται τόσο μαθαίνεις να το διαχειρίζεσαι και το ξεπερνάς, το αφήνεις πίσω σου. Όταν βιώνω προδοσία, προσπαθώ να καταλάβω γιατί το έκανε ο αντίστοιχος άνθρωπος αυτό, αν με επηρεάζει και σε ποιο βαθμό. Από ‘κεί και πέρα ο καθένας ούτως ή άλλως προχωράει.
Ν. Δάφνου: Στο έργο αυτό τίθεται και θέμα προσωπικής ευθύνης μέσα στην "κρίση" της κοινωνίας. Όπως το καταλαβαίνω εγώ, η ίδια η ζωή σε καλεί κάποια στιγμή να επιλέξεις τον Α ή τον Β δρόμο, συνειδητά, χωρίς καμία δικαιολογία, και να πορευτείς μέσα σε αυτόν. Νάντια, ποια είναι η δική σου "προσωπική ευθύνη" ως σκηνοθέτη της παράστασης αυτής; Τι θέλεις να καταθέσεις στους ανθρώπους που έρχονται να σε δουν;
Ν. Φώσκολου: Ενδιαφέρουσα ερώτηση. Πιστεύω ότι η εκπαίδευσή μου με έχει μάθει η δουλειά που παρουσιάζω να θέτει ερωτήματα αναφορικά με τους ανθρώπους και τη ζωή σήμερα. Οι άνθρωποι της τέχνης οφείλουν να ασχολούνται με τα ζητήματα του σήμερα και όχι με αφηρημένες έννοιες ή με ομφαλοσκοπικές - αυτιστικές διαδικασίες. Γιατί να ξεσηκωθεί ο θεατής από την καθημερινή του ζωή και να έρθει να δει ένα τέτοιο θέαμα;
Ν. Δάφνου: Στο έργο σας υπάρχει μια εβραία που ζητάει άσυλο και ο Μάρτιν (σ.σ. Δημήτρης Αγαρτζίδης) της το αρνείται. Μην μπορώντας να αποφύγω το συσχετισμό με το σήμερα, αναρωτιέμαι τελικά αν η πόλωση που έχει η κοινωνία μας έχει φέρει τους ανθρώπους πιο κοντά, ή αν τους έχει αποξενώσει τελείως…
Ν. Φώσκολου: Είναι θέμα του τι διαλέγεις. Πρόκειται για διαρκή αγώνα και διαρκή κατάσταση επιλογής. Το έργο μιλάει καθαρά γι’ αυτό το θέμα: όταν έρθει η ώρα να βοηθήσεις, θα το κάνεις; Θα διακινδυνεύσεις το συμφέρον σου για να δείξεις ανθρωπιά; Χωρίς να θέλω να ακουστώ ηθικοπλαστική, υπάρχουν άνθρωποι σήμερα που συγκινούνται με την οικονομική δυσχέρεια των συνανθρώπων και βοηθούν. Άλλοι όχι. Και δε μιλώ μόνο για την πολιτική διάσταση των πραγμάτων. Εγώ, για παράδειγμα, έχω μια ευαισθησία σε σχέση με το περιβάλλον. Πολλοί λένε "Έλα μωρέ, εδώ δεν έχουμε να φάμε, θα ασχολούμαστε με το περιβάλλον;". Έχει να κάνει όμως με το τι επιλέγεις κάθε φορά.
Δ. Αγαρτζίδης: Συμφωνώ. Οι ακραίες συνθήκες πότε ενδυναμώνουν και πότε χαλαρώνουν τις ανθρώπινες σχέσεις. Όλα είναι σχετικά. Δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, εκτός από το ότι "Η ιστορία επαναλαμβάνεται", το κλισέ που λένε όλοι… (γελάει).
Α. Φάις: Το θέμα που αναδύεται εδώ είναι το αν οι προσωπικές ή οι άμεσα κοινωνικές σου σχέσεις επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από το τι γίνεται στην κοινωνία. Σίγουρα στο 2014 επηρεάζονται, αλλά δε νομίζω ότι o βαθμός επιρροής είναι τόσο ακραίος όσο των δύο ηρώων στον "Παραλήπτη Άγνωστο". Δεν τίθεται θέμα σύγκρισης. Άλλο μια οικονομική κρίση και τα παράγωγά της, και άλλο αυτό που έζησαν οι ήρωες του έργου. Παρ’ όλ’ αυτά, η συνθήκη του έργου ίσως θα πρέπει να μας τρομάζει, γιατί πολύ εύκολα μπορούμε να καταλήξουμε στην κατάσταση που απλά πρέπει "να επιλέξεις στρατόπεδο". Στην Ελλάδα έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που είχαμε κληθεί να επιλέξουμε στρατόπεδο. Ελπίζω να μην ξαναχρειαστεί. Είναι μια βίαιη διαδικασία. Τις περισσότερες φορές δεν μπορείς καν να επιλέξεις, απλώς ξαφνικά "βρίσκεσαι" στο συγκεκριμένο στρατόπεδο και δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Δεν λέγεται "πόλωση", λέγεται "πόλεμος".
Ν. Δάφνου: Πείτε μας ένα πράγμα (εικόνα, λέξη, αντίδραση κ.α.) που θα θέλατε να πάρει ο θεατής μαζί του φεύγοντας από την παράσταση.
Ν. Φώσκολου: Τη στιγμή που ο Μαξ, παρά την τελευταία ικεσία του Μάρτιν, το "σε παρακαλώ σταμάτα όσο μπορώ ακόμη να σωθώ", δε σταματάει τα γράμματά του. Του επιρρίπτει ευθύνη, ότι όταν ο Μάρτιν κλήθηκε να επιλέξει δε σταμάτησε. Έτσι κι ο ίδιος δε θα σταματήσει. Πιστεύω δεν το κάνει συνειδητά πια, είναι δυστυχισμένος, εγκλωβισμένος στο φαύλο κύκλο της εκδίκησης.
Α. Φάις: Το κλάμα του Μάρτιν επειδή όλο αυτό που έκανε είχε την κατάληξη που είχε. Χωρίς να έχει μετανιώσει. Η ικεσία της συχώρεσης.
Δ. Αγαρτζίδης: Εγώ θέλω ο θεατής να διαλέξει μόνος του!
Ν. Δάφνου: Υπάρχει "καλός" και "κακός" ήρωας στην παράσταση;
Ν. Φώσκολου: Όχι. Ο κάθε ήρωας έχει τις δικαιολογίες του και τα πιστεύω του, που τον σπρώχνουν να κάνει ό,τι κάνει. Γι’ αυτό είναι και ενδιαφέρον να τους παρατηρείς.
Δ. Αγαρτζίδης: Στη ζωή δεν υπάρχει απόλυτα καλός και απόλυτα κακός. Γιατί να υπάρχει στο θέατρο;
Ν. Δάφνου: Ποιες ευκολίες και δυσκολίες έχει η αφήγηση γραμμάτων πάνω στη σκηνή, σε συνδυασμό με τη λιτή σκηνοθεσία; Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτό.
Δ. Αγαρτζίδης: Είναι γεγονός ότι δεν υπάρχει απέναντί σου ο συμπαίκτης σου, αλλά η Νάντια ήταν από την αρχή ξεκάθαρη για το τι ήθελε. Αυτό μας βοήθησε και διευκόλυνε τα πράγματα πολύ. Όταν ο σκηνοθέτης δεν είναι ξεκάθαρος, τότε ότι κείμενο και να έχεις μπροστά σου σε μπερδεύει…
Α. Φάις: Η σκηνοθεσία δε δυσκολεύει καθόλου. Μια πιο "στολισμένη" σκηνοθεσία με πιο πλούσιο σκηνικό, μετακινήσεις και λοιπά, μπορεί να κορόιδευε στην αρχή το μάτι, δε θα ξεγελούσε όμως κανέναν. Ούτε θα επηρέαζε θετικά το αποτέλεσμα. Ο ηθοποιός πρέπει να νιώθει ότι αυτό που λέει επί σκηνής έχει σημασία για τον ίδιο. Αυτή είναι η ουσία και όχι ο τρόπος που παρουσιάζεται αυτό που λες. Είτε το λες κάνοντας τούμπες, είτε στατικά όπως εμείς, αν το κείμενο σημαίνει κάτι για εσένα ο θεατής θα το καταλάβει.
Σίγουρα η μη αλληλεπίδραση μεταξύ των ηθοποιών έχει μια τεχνική και υποκριτική δυσκολία. Στη συνέχεια όμως δημιουργείται ένας κώδικας από μόνος του και τελικά οι μονόλογοι είναι σαν συνομιλία. Όσο κι αν οι μακροσκελείς μονόλογοι σε αφήνουν πιο μόνο σου πάνω στη σκηνή. Ο συνάδελφος με τον οποίο αλληλεπιδράς αποτελεί ένα στήριγμα επί σκηνής, από πολλές απόψεις.
Ν. Δάφνου: Σας ευχαριστώ για τη συνομιλία…
Ν. Φώσκολου: Κι εμείς, καλή συνέχεια!
*"Παραλήπτης άγνωστος" της Κathrine Kressmann Taylor, σε μετάφραση και σκηνοθεσία Νάντιας Φώσκολου και σκηνογραφία και video design Μικαέλας Λιακατά.
Παίζουν: Δημήτρης Αγαρτζίδης, Αλμπέρτο Φάις.
Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, (Κύπρου 91Α & Σικίνου 35Α, Κυψέλη, Αθήνα), έως 31 Μαΐου 2014.
Νικολέτα Δάφνου: Ο "Παραλήπτης άγνωστος" είναι πολιτικό θέατρο, ή όχι;
Νάντια Φώσκολου: Σίγουρα από τη στιγμή που η ιστορία τοποθετείται στη Γερμανία της περιόδου 1932–1934 και της ανόδου του Χίτλερ, υπάρχει μια έντονη πολιτική διάσταση. Ωστόσο εμείς παρακολουθούμε την ιστορία δύο νέων ανθρώπων, των ηρώων μας, δυο αδελφικών φίλων Γερμανών, επιτυχημένων μεταναστών στην Αμερική. Ο ένας από τους δύο αποφασίζει το 1932 να επιστρέψει στη Γερμανία. Μέσω της αλληλογραφίας τους παρακολουθούμε σε τι τροχιά μπαίνει η σχέση τους από την άφιξη του πρώτου στη Γερμανία και για τα επόμενα δύο χρόνια.
Αναφορικά με το τι εννοούμε "Πολιτικό Θέατρο", θεωρώ ότι είναι μια μεγάλη θεατρολογική συζήτηση. Ο Χίτλερ αναφέρεται μέσα στο έργο και οι κοινωνικές–πολιτικές–οικονομικές συνθήκες παίζουν μεγάλο ρόλο, οπότε θα έλεγα μάλλον ότι είναι μια ιστορία με έντονη πολιτική διάθεση, παρά "Πολιτικό Θέατρο".
Ν. Δάφνου: Τα γράμματα τα οποία διαβάζουν οι ηθοποιοί είναι πραγματικά, ή δημιουργήθηκαν από την συγγραφέα της νουβέλας;
Ν. Φώσκολου: Στην έρευνά μας καταλήξαμε ότι η νουβέλα αυτή είναι έργο μυθοπλασίας. Η συγγραφέας έχει εμπνευστεί από ιστορίες που έχουν ακουστεί για αλληλογραφία ανάμεσα σε Αμερική και Γερμανία, αλλά παρ’ όλ’ αυτά οι επιστολές δεν αποτελούν ντοκουμέντα.
Ν. Δάφνου: Το ερώτημα που –μεταξύ άλλων- τίθεται στην παράσταση "Πώς γεννιέται ένας φασίστας – Ναζιστής" φαντάζει πιο επίκαιρο από ποτέ. Ποιους κινδύνους και ποια θετικά ενέχει το να δουλεύεις σε ένα τόσο ευαίσθητο για τα σημερινά δεδομένα θέμα;
Ν. Φώσκολου: Στο έργο παρακολουθούμε την άνοδο μιας ακραίας πολιτικής τάσης μέσω της ιστορίας δύο ανθρώπων. Βρίσκεις κοινά σημεία με το σήμερα σχεδόν αυτόματα. Πρέπει όμως και να έχεις μάτια ανοιχτά για να δεις τις διαφορές και να μην λειτουργείς απλουστευτικά.
Η δουλειά που πιστεύω πρέπει να κάνει ο άνθρωπος του θεάτρου είναι να αναδείξει την ιστορία μεταξύ των ανθρώπων, σε όποιο πολιτικοκοινωνικό πλαίσιο είναι αυτή. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μας βοηθάει ότι μένουμε σε συγκεκριμένους ρόλους και προσπαθούμε να καταλάβουμε βήμα – βήμα την ιστορία τους. Την ευρύτερη αναγωγή θα την κάνει το κοινό, αλλά και οι πολιτικοί αναλυτές, οι κριτικοί, οι κοινωνιολόγοι κτλ. Ελπίζουμε στη φαντασία και στα ερωτήματά που τους απασχολούν. Τα ερωτήματα τα βλέπουμε και τα θέτουμε. Δεν ξέρουμε ακριβώς την απάντηση.
Ν. Δάφνου: Άρα η τέχνη δεν έχει απαντήσεις, μόνο ερωτήματα. Η απάντηση κρύβεται μέσα στον αποδέκτη, σωστά;
Ν. Φώσκολου: Συμφωνώ.
Ν. Δάφνου: Εάν είχατε τη δυνατότητα να έχετε στα χέρια σας την αλληλογραφία ενός προσώπου που δεν είναι πια στη ζωή, ιστορικού και μη, ποιον θα διαλέγατε;
Δημήτρης Αγαρτζίδης: Όλων! (γέλια)
Ν. Δάφνου: ..θα προλάβεις να τις διαβάσεις;
Δ. Αγαρτζίδης: …μα πραγματικά δεν μπορώ να απαντήσω. Νάντια;
Ν. Φώσκολου: Μου ήρθε το κλισέ της αλληλογραφίας του Τσέχωφ με την Κνίπερ, αλλά αυτή υπάρχει ήδη στα χέρια μας, οπότε δεν αποτελεί αποκάλυψη.
Δ. Αγαρτζίδης: Από τη μια θα ήθελα να διαβάσω την αλληλογραφία όλων των προσώπων, ιστορικών και μη, από την άλλη δε θέλω να διαβάσω τίποτα! Δεν ξέρω τι να απαντήσω, αλήθεια… Είναι τόσο "ανοιχτή" ερώτηση που δεν μπορώ να καταλήξω κάπου.
Αλμπέρτο Φάις: Δύσκολο… Θα επέλεγα κάποιο πρόσωπο θρησκευτικό, αν δεχτούμε ότι υπήρξαν τα θρησκευτικά πρόσωπα. Θα επέλεγα την αλληλογραφία του Χριστού προς τη μητέρα του. Έχω περιέργεια τι θα έγραφε σε κάποιον δικό του.
Ν. Δάφνου: Ο ηθοποιός λένε πως πρέπει να έχει "θέμα" με αυτό που παίζει στη σκηνή. Ένα από τα μεγάλα θέματα που εντοπίζει κανείς στο έργο αυτό είναι η προδοσία. Δημήτρη, έχεις θέμα με την προδοσία;
Δ. Αγαρτζίδης: Φυσικά. Οι προδοσίες αυξάνονται όσο μεγαλώνεις, συσσωρεύονται. Όσο συσσωρεύονται τόσο μαθαίνεις να το διαχειρίζεσαι και το ξεπερνάς, το αφήνεις πίσω σου. Όταν βιώνω προδοσία, προσπαθώ να καταλάβω γιατί το έκανε ο αντίστοιχος άνθρωπος αυτό, αν με επηρεάζει και σε ποιο βαθμό. Από ‘κεί και πέρα ο καθένας ούτως ή άλλως προχωράει.
Ν. Δάφνου: Στο έργο αυτό τίθεται και θέμα προσωπικής ευθύνης μέσα στην "κρίση" της κοινωνίας. Όπως το καταλαβαίνω εγώ, η ίδια η ζωή σε καλεί κάποια στιγμή να επιλέξεις τον Α ή τον Β δρόμο, συνειδητά, χωρίς καμία δικαιολογία, και να πορευτείς μέσα σε αυτόν. Νάντια, ποια είναι η δική σου "προσωπική ευθύνη" ως σκηνοθέτη της παράστασης αυτής; Τι θέλεις να καταθέσεις στους ανθρώπους που έρχονται να σε δουν;
Ν. Φώσκολου: Ενδιαφέρουσα ερώτηση. Πιστεύω ότι η εκπαίδευσή μου με έχει μάθει η δουλειά που παρουσιάζω να θέτει ερωτήματα αναφορικά με τους ανθρώπους και τη ζωή σήμερα. Οι άνθρωποι της τέχνης οφείλουν να ασχολούνται με τα ζητήματα του σήμερα και όχι με αφηρημένες έννοιες ή με ομφαλοσκοπικές - αυτιστικές διαδικασίες. Γιατί να ξεσηκωθεί ο θεατής από την καθημερινή του ζωή και να έρθει να δει ένα τέτοιο θέαμα;
Ν. Δάφνου: Στο έργο σας υπάρχει μια εβραία που ζητάει άσυλο και ο Μάρτιν (σ.σ. Δημήτρης Αγαρτζίδης) της το αρνείται. Μην μπορώντας να αποφύγω το συσχετισμό με το σήμερα, αναρωτιέμαι τελικά αν η πόλωση που έχει η κοινωνία μας έχει φέρει τους ανθρώπους πιο κοντά, ή αν τους έχει αποξενώσει τελείως…
Ν. Φώσκολου: Είναι θέμα του τι διαλέγεις. Πρόκειται για διαρκή αγώνα και διαρκή κατάσταση επιλογής. Το έργο μιλάει καθαρά γι’ αυτό το θέμα: όταν έρθει η ώρα να βοηθήσεις, θα το κάνεις; Θα διακινδυνεύσεις το συμφέρον σου για να δείξεις ανθρωπιά; Χωρίς να θέλω να ακουστώ ηθικοπλαστική, υπάρχουν άνθρωποι σήμερα που συγκινούνται με την οικονομική δυσχέρεια των συνανθρώπων και βοηθούν. Άλλοι όχι. Και δε μιλώ μόνο για την πολιτική διάσταση των πραγμάτων. Εγώ, για παράδειγμα, έχω μια ευαισθησία σε σχέση με το περιβάλλον. Πολλοί λένε "Έλα μωρέ, εδώ δεν έχουμε να φάμε, θα ασχολούμαστε με το περιβάλλον;". Έχει να κάνει όμως με το τι επιλέγεις κάθε φορά.
Δ. Αγαρτζίδης: Συμφωνώ. Οι ακραίες συνθήκες πότε ενδυναμώνουν και πότε χαλαρώνουν τις ανθρώπινες σχέσεις. Όλα είναι σχετικά. Δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, εκτός από το ότι "Η ιστορία επαναλαμβάνεται", το κλισέ που λένε όλοι… (γελάει).
Α. Φάις: Το θέμα που αναδύεται εδώ είναι το αν οι προσωπικές ή οι άμεσα κοινωνικές σου σχέσεις επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από το τι γίνεται στην κοινωνία. Σίγουρα στο 2014 επηρεάζονται, αλλά δε νομίζω ότι o βαθμός επιρροής είναι τόσο ακραίος όσο των δύο ηρώων στον "Παραλήπτη Άγνωστο". Δεν τίθεται θέμα σύγκρισης. Άλλο μια οικονομική κρίση και τα παράγωγά της, και άλλο αυτό που έζησαν οι ήρωες του έργου. Παρ’ όλ’ αυτά, η συνθήκη του έργου ίσως θα πρέπει να μας τρομάζει, γιατί πολύ εύκολα μπορούμε να καταλήξουμε στην κατάσταση που απλά πρέπει "να επιλέξεις στρατόπεδο". Στην Ελλάδα έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που είχαμε κληθεί να επιλέξουμε στρατόπεδο. Ελπίζω να μην ξαναχρειαστεί. Είναι μια βίαιη διαδικασία. Τις περισσότερες φορές δεν μπορείς καν να επιλέξεις, απλώς ξαφνικά "βρίσκεσαι" στο συγκεκριμένο στρατόπεδο και δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Δεν λέγεται "πόλωση", λέγεται "πόλεμος".
Ν. Δάφνου: Πείτε μας ένα πράγμα (εικόνα, λέξη, αντίδραση κ.α.) που θα θέλατε να πάρει ο θεατής μαζί του φεύγοντας από την παράσταση.
Ν. Φώσκολου: Τη στιγμή που ο Μαξ, παρά την τελευταία ικεσία του Μάρτιν, το "σε παρακαλώ σταμάτα όσο μπορώ ακόμη να σωθώ", δε σταματάει τα γράμματά του. Του επιρρίπτει ευθύνη, ότι όταν ο Μάρτιν κλήθηκε να επιλέξει δε σταμάτησε. Έτσι κι ο ίδιος δε θα σταματήσει. Πιστεύω δεν το κάνει συνειδητά πια, είναι δυστυχισμένος, εγκλωβισμένος στο φαύλο κύκλο της εκδίκησης.
Α. Φάις: Το κλάμα του Μάρτιν επειδή όλο αυτό που έκανε είχε την κατάληξη που είχε. Χωρίς να έχει μετανιώσει. Η ικεσία της συχώρεσης.
Δ. Αγαρτζίδης: Εγώ θέλω ο θεατής να διαλέξει μόνος του!
Ν. Δάφνου: Υπάρχει "καλός" και "κακός" ήρωας στην παράσταση;
Ν. Φώσκολου: Όχι. Ο κάθε ήρωας έχει τις δικαιολογίες του και τα πιστεύω του, που τον σπρώχνουν να κάνει ό,τι κάνει. Γι’ αυτό είναι και ενδιαφέρον να τους παρατηρείς.
Δ. Αγαρτζίδης: Στη ζωή δεν υπάρχει απόλυτα καλός και απόλυτα κακός. Γιατί να υπάρχει στο θέατρο;
Ν. Δάφνου: Ποιες ευκολίες και δυσκολίες έχει η αφήγηση γραμμάτων πάνω στη σκηνή, σε συνδυασμό με τη λιτή σκηνοθεσία; Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτό.
Δ. Αγαρτζίδης: Είναι γεγονός ότι δεν υπάρχει απέναντί σου ο συμπαίκτης σου, αλλά η Νάντια ήταν από την αρχή ξεκάθαρη για το τι ήθελε. Αυτό μας βοήθησε και διευκόλυνε τα πράγματα πολύ. Όταν ο σκηνοθέτης δεν είναι ξεκάθαρος, τότε ότι κείμενο και να έχεις μπροστά σου σε μπερδεύει…
Α. Φάις: Η σκηνοθεσία δε δυσκολεύει καθόλου. Μια πιο "στολισμένη" σκηνοθεσία με πιο πλούσιο σκηνικό, μετακινήσεις και λοιπά, μπορεί να κορόιδευε στην αρχή το μάτι, δε θα ξεγελούσε όμως κανέναν. Ούτε θα επηρέαζε θετικά το αποτέλεσμα. Ο ηθοποιός πρέπει να νιώθει ότι αυτό που λέει επί σκηνής έχει σημασία για τον ίδιο. Αυτή είναι η ουσία και όχι ο τρόπος που παρουσιάζεται αυτό που λες. Είτε το λες κάνοντας τούμπες, είτε στατικά όπως εμείς, αν το κείμενο σημαίνει κάτι για εσένα ο θεατής θα το καταλάβει.
Σίγουρα η μη αλληλεπίδραση μεταξύ των ηθοποιών έχει μια τεχνική και υποκριτική δυσκολία. Στη συνέχεια όμως δημιουργείται ένας κώδικας από μόνος του και τελικά οι μονόλογοι είναι σαν συνομιλία. Όσο κι αν οι μακροσκελείς μονόλογοι σε αφήνουν πιο μόνο σου πάνω στη σκηνή. Ο συνάδελφος με τον οποίο αλληλεπιδράς αποτελεί ένα στήριγμα επί σκηνής, από πολλές απόψεις.
Ν. Δάφνου: Σας ευχαριστώ για τη συνομιλία…
Ν. Φώσκολου: Κι εμείς, καλή συνέχεια!
*"Παραλήπτης άγνωστος" της Κathrine Kressmann Taylor, σε μετάφραση και σκηνοθεσία Νάντιας Φώσκολου και σκηνογραφία και video design Μικαέλας Λιακατά.
Παίζουν: Δημήτρης Αγαρτζίδης, Αλμπέρτο Φάις.
Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, (Κύπρου 91Α & Σικίνου 35Α, Κυψέλη, Αθήνα), έως 31 Μαΐου 2014.
0 comments: