Της Γεωργίας Διάκου
Φαίδρας έρως, η μηδενική αντοχή της ύπαρξης
"Φαίδρας έρως" της Σάρα Κέιν σε σκηνοθεσία Θάνου Νίκα, στο θέατρο Blackbox (Θεσσαλονίκη)
Η Σάρα Κέιν έχει γράψει ένα έργο με βαθιές πολιτικές προεκτάσεις. Αυτό το έργο καλείται να μεταπλάσει ο Θάνος Νίκας και να του δώσει υπόσταση θεατρική. Η σκηνοθεσία ωστόσο που προτείνει δεν προσδίδει συνδετικό χαρακτήρα στην παράσταση. Χρησιμοποιεί έναν φορμαλισμό αισθητικής και υποκριτικής, ο οποίος προστατεύει τους ηθοποιούς από την "ωμότητα" του κειμένου τοποθετώντας τον θεατή μπροστά σε μια παράσταση με μεγάλα αφηγηματικά μέρη και συνεχόμενο αργό ρυθμό. Σ’ αυτή την ωμότητα όμως θαρρώ πως κρύβεται η αλήθεια του κειμένου και όλου του γλωσσικού σύμπαντος της Σάρα Κέιν. Βέβαια, ο τρόπος προσέγγισης του κυρίου Νίκα προτείνει μια άλλη σκηνοθεσία πάνω στο επονομαζόμενο "in-yer-face theatre" που αναπτύχθηκε την δεκαετία του ’90 στη Μεγάλη Βρετανία, εκπρόσωπος του οποίου είναι η Κέιν και πιθανότατα επιδιώκει να ξεφύγει από τον αναμενόμενο ρεαλισμό που επιτάσσει το κείμενο. Κι όντως βλέπουμε την προσπάθεια που καταβλήθηκε. Μικρόφωνα, video art, ηθοποιοί που δεν κοιτάζονται μιλώντας, συμβολική απόδοση του χώρου που αφήνει το ελεύθερο στο φαντασιακό του κάθε θεατή να συμπληρώσει κατά βούληση. Όμως αυτό δεν αρκεί και δεν θα λειτουργούσε αν δεν υπήρχε καθ’ όλη την διάρκεια της παράστασης επί σκηνής ο ηθοποιός, να αφηγείται μεγάλο μέρος του κειμένου μαζί με τις οδηγίες για τον χώρο και την δράση των προσώπων.
Άξιο σημείωσης αποτελεί το γεγονός πως οι ηθοποιοί κατέβαλαν υπέρογκη προσπάθεια, ώστε να στηριχθεί μια παράσταση ουσιαστικά στις ερμηνείες τους, με κοινό παρονομαστή τον τρόπο θέασης του σκηνοθέτη.
Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης ως Ιππόλυτος ερμηνεύει πειστικά τον ρόλο του με ροή κινήσεων και εξάρσεις σε επίμαχα σημεία, όπου αν δεν υπήρχαν θα καθιστούσαν την παράσταση εντελώς μονότονη. Το σώμα του μιλούσε και το ίδιο, καθώς ακολουθούσε τον λόγο. Η τοποθέτησή του πριν την έναρξη της παράστασης στην κορυφή του κεκλιμένου διαδρόμου δήλωνε και την ιδέα της αποστασιοποίησης του ήρωα από την κοινή δράση των υπολοίπων.
Η Μυρσίνη Χρυσοχοΐδου στον ρόλο της Φαίδρας χάρισε μια πολύ καλή ερμηνεία. Με ανεπτυγμένα εκφραστικά μέσα και άρτια εκφορά λόγου προσέγγισε την απελπισμένη από έρωτα βασίλισσα σαν να ήταν έτσι πάντα, ως ουσία. Κατά αυτόν τον τρόπο χάρισε και μια οικουμενική διάσταση στην ηρωίδα.
Στον ρόλο της Στρόφης της κόρης της Φαίδρας, η Ρέα Σαμαροπούλου απέδωσε με σαφήνεια την —μεταξύ δύο κόσμων— ηρωίδα. Είναι αυτή που δεν ανήκει πουθενά και επιθυμώντας να σώσει το οικογενειακό όνομα, προσπαθεί να συνετίσει την μητέρα της. Όταν αυτή αποχωρεί, στρέφεται στον Ιππόλυτο, τον πρίγκιπα, τον εναπομείναντα "στρατιώτη" της τιμής και του ονόματος. Ο ίδιος δεν θα κάνει κάτι· παρατηρεί την φθορά ψύχραιμα, με χέρι ανατόμου.
Στην διάσταση τριών ρόλων, του γιατρού, αφηγητή και ιερέα ο Δημήτρης Φραγκούλης αντεπεξήλθε ικανοποιητικά με έντονη εκφορά του λόγου που ακολουθούσε τις νοηματικές κορυφώσεις του κειμένου. Δύσκολο το έργο του να μεταπηδήσει σε τρεις ρόλους, όπου ο καθένας απαιτούσε διαφορετική ποιότητα ερμηνείας. Ο καταληκτικός του μονόλογος ήταν μια δυνατή στιγμή στο έργο, καθώς η φωνή του πνιγόταν από το κομμάτι "Our darkness" της Anne Clark, δημιουργώντας ηχητικό παροξυσμό.
Επιμέρους στοιχεία παράστασης. Η κατασκευή του κεκλιμένου διαδρόμου της Πηνελόπης Χατζηδημητρίου ήταν ο κύριος χώρος δράσης όλης της παράστασης. Εκεί βρισκόταν η ζωή του πρίγκιπα, παραπέμποντάς μας συνειρμικά στον περιορισμένο χώρο δράσης του υποκειμένου στην μεταμοντέρνα κοινωνία. Η μουσική πέραν δύο κομματιών που ακούστηκαν (το ένα μετά το πέρας της μισής παράστασης και το άλλο στον μονόλογο του ιερέα, στο τέλος) δημιουργήθηκε από τις φωνές των ηθοποιών, κυρίως της Ρέας Σαμαροπούλου ως Στρόφης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα σε ορισμένα σημεία της παράστασης πτώση του ρυθμού, λόγω ηχητικής απουσίας. Οι φωτισμοί του ίδιου του σκηνοθέτη λειτούργησαν θετικά, ώστε να τονιστούν τα πρόσωπα των ηθοποιών που ερμήνευαν.
Το ζωγραφισμένο με κόκκινα χείλη στόμα στον εμπρόσθιο τοίχο της σκηνής, η κόκκινη κλωστή που έπλεκε συνεχώς στα δάκτυλά της η Στρόφη και οι κόκκινες κάλτσες του Ιππόλυτου λειτούργησαν ως συμβολικά στοιχεία με αναφορά το θάνατο, την αιμομιξία και την νοσηρότητα του οικογενειακού περιβάλλοντος .
Εν κατακλείδι, επιθυμώ να συμπληρώσω πως έχοντας παρακολουθήσει και την περσινή παράσταση του κυρίου Νίκα, "Σαλώμη", αντιλαμβάνομαι πως επιχειρεί μια πρωτοποριακή σκηνοθετική προσέγγιση επί των κειμένων. Ωστόσο, δεν έχει γίνει απόλυτα σαφές το νοηματικό περιεχόμενο αυτής της προσπάθειας. Αναμένω να δω και άλλες δουλειές του, ώστε να ξεκαθαριστεί το αισθητικό πλαίσιο και ο χαρακτήρας των παραστάσεών του.
Το παιδί θαύμα του αγγλικού θεάτρου, όπως την έχουν χαρακτηρίσει, Σάρα Κέιν γράφει το "Φαίδρας έρως" έχοντας ως πρώτη ύλη τη "Φαίδρα" του Σενέκα. Η Φαίδρα, δεύτερη σύζυγος του βασιλιά της Αθήνας Θησέα, ερωτεύεται τον γιο του, Ιππόλυτο. Η Κέιν τοποθετεί τα μυθικά πρόσωπα σε χώρα της Δύσης στα τέλη του εικοστού αιώνα. Η Φαίδρα της είναι μια βασίλισσα, εν μέσω του ακμάζοντος καπιταλισμού, της υλιστικής αποχαύνωσης και της απουσίας νοήματος. Ο Ιππόλυτος είναι ένας επαναστάτης της ύπαρξης, η μορφή του σύγχρονου φιλοσόφου που αρνείται να πράξει υπέρ της ζωής, καθώς η ζωή έχει μεταβληθεί σε μια μηχανή εξόντωσης των ίδιων των ανθρώπων· των ανθρώπων δηλαδή που την δημιούργησαν και την ανέπτυξαν, αυτοαναφλεγόμενη όμοια με εκρηκτικό μηχανισμό. Δεν δρα και βυθισμένος στον καναπέ, σ’ ένα δωμάτιο γεμάτο παιχνίδια και δώρα υποτακτικά της πίστης του λαού, καταναλώνει φαστ φουντ και παχαίνει. Εθισμένος στα χυδαία δελτία ειδήσεων που μιλούν για πόλεμο με την ίδια ευκολία που μιλούν για τον καιρό, κάνει σεξ για να ξεμπερδεύει με το χρέος που του επιβάλει η ανθρώπινη φύση της ανάγκης. Χιμά στην σάρκα όπως ο πεινασμένος χοίρος στην τροφή και ο έρωτας της μητριάς του τον αφήνει εντελώς αδιάφορο. Η Φαίδρα της Κέιν όμως δεν μοιάζει με βασίλισσα. Έχει απεκδυθεί των στοιχείων εκείνων που δηλώνουν πως βαστά την εξουσία. Ο έρωτάς της για τον Ιππόλυτο είναι εμμονικός και πανταχού παρών. Είναι ένα φάντασμα ανθρώπου που τα κόκαλά της παραμένουν δεμένα, εξαιτίας και μονάχα του έρωτα που θρέφει για αυτόν. Ένα κράμα χριστιανίζουσας ηθικής και βίαιου πόθου που δεν θα χαλιναγωγηθεί αν δεν φτάσει σε τέλμα εκπλήρωσης ή θανάτου.
Η Σάρα Κέιν έχει γράψει ένα έργο με βαθιές πολιτικές προεκτάσεις. Αυτό το έργο καλείται να μεταπλάσει ο Θάνος Νίκας και να του δώσει υπόσταση θεατρική. Η σκηνοθεσία ωστόσο που προτείνει δεν προσδίδει συνδετικό χαρακτήρα στην παράσταση. Χρησιμοποιεί έναν φορμαλισμό αισθητικής και υποκριτικής, ο οποίος προστατεύει τους ηθοποιούς από την "ωμότητα" του κειμένου τοποθετώντας τον θεατή μπροστά σε μια παράσταση με μεγάλα αφηγηματικά μέρη και συνεχόμενο αργό ρυθμό. Σ’ αυτή την ωμότητα όμως θαρρώ πως κρύβεται η αλήθεια του κειμένου και όλου του γλωσσικού σύμπαντος της Σάρα Κέιν. Βέβαια, ο τρόπος προσέγγισης του κυρίου Νίκα προτείνει μια άλλη σκηνοθεσία πάνω στο επονομαζόμενο "in-yer-face theatre" που αναπτύχθηκε την δεκαετία του ’90 στη Μεγάλη Βρετανία, εκπρόσωπος του οποίου είναι η Κέιν και πιθανότατα επιδιώκει να ξεφύγει από τον αναμενόμενο ρεαλισμό που επιτάσσει το κείμενο. Κι όντως βλέπουμε την προσπάθεια που καταβλήθηκε. Μικρόφωνα, video art, ηθοποιοί που δεν κοιτάζονται μιλώντας, συμβολική απόδοση του χώρου που αφήνει το ελεύθερο στο φαντασιακό του κάθε θεατή να συμπληρώσει κατά βούληση. Όμως αυτό δεν αρκεί και δεν θα λειτουργούσε αν δεν υπήρχε καθ’ όλη την διάρκεια της παράστασης επί σκηνής ο ηθοποιός, να αφηγείται μεγάλο μέρος του κειμένου μαζί με τις οδηγίες για τον χώρο και την δράση των προσώπων.
Άξιο σημείωσης αποτελεί το γεγονός πως οι ηθοποιοί κατέβαλαν υπέρογκη προσπάθεια, ώστε να στηριχθεί μια παράσταση ουσιαστικά στις ερμηνείες τους, με κοινό παρονομαστή τον τρόπο θέασης του σκηνοθέτη.
Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης ως Ιππόλυτος ερμηνεύει πειστικά τον ρόλο του με ροή κινήσεων και εξάρσεις σε επίμαχα σημεία, όπου αν δεν υπήρχαν θα καθιστούσαν την παράσταση εντελώς μονότονη. Το σώμα του μιλούσε και το ίδιο, καθώς ακολουθούσε τον λόγο. Η τοποθέτησή του πριν την έναρξη της παράστασης στην κορυφή του κεκλιμένου διαδρόμου δήλωνε και την ιδέα της αποστασιοποίησης του ήρωα από την κοινή δράση των υπολοίπων.
Η Μυρσίνη Χρυσοχοΐδου στον ρόλο της Φαίδρας χάρισε μια πολύ καλή ερμηνεία. Με ανεπτυγμένα εκφραστικά μέσα και άρτια εκφορά λόγου προσέγγισε την απελπισμένη από έρωτα βασίλισσα σαν να ήταν έτσι πάντα, ως ουσία. Κατά αυτόν τον τρόπο χάρισε και μια οικουμενική διάσταση στην ηρωίδα.
Στον ρόλο της Στρόφης της κόρης της Φαίδρας, η Ρέα Σαμαροπούλου απέδωσε με σαφήνεια την —μεταξύ δύο κόσμων— ηρωίδα. Είναι αυτή που δεν ανήκει πουθενά και επιθυμώντας να σώσει το οικογενειακό όνομα, προσπαθεί να συνετίσει την μητέρα της. Όταν αυτή αποχωρεί, στρέφεται στον Ιππόλυτο, τον πρίγκιπα, τον εναπομείναντα "στρατιώτη" της τιμής και του ονόματος. Ο ίδιος δεν θα κάνει κάτι· παρατηρεί την φθορά ψύχραιμα, με χέρι ανατόμου.
Στην διάσταση τριών ρόλων, του γιατρού, αφηγητή και ιερέα ο Δημήτρης Φραγκούλης αντεπεξήλθε ικανοποιητικά με έντονη εκφορά του λόγου που ακολουθούσε τις νοηματικές κορυφώσεις του κειμένου. Δύσκολο το έργο του να μεταπηδήσει σε τρεις ρόλους, όπου ο καθένας απαιτούσε διαφορετική ποιότητα ερμηνείας. Ο καταληκτικός του μονόλογος ήταν μια δυνατή στιγμή στο έργο, καθώς η φωνή του πνιγόταν από το κομμάτι "Our darkness" της Anne Clark, δημιουργώντας ηχητικό παροξυσμό.
Επιμέρους στοιχεία παράστασης. Η κατασκευή του κεκλιμένου διαδρόμου της Πηνελόπης Χατζηδημητρίου ήταν ο κύριος χώρος δράσης όλης της παράστασης. Εκεί βρισκόταν η ζωή του πρίγκιπα, παραπέμποντάς μας συνειρμικά στον περιορισμένο χώρο δράσης του υποκειμένου στην μεταμοντέρνα κοινωνία. Η μουσική πέραν δύο κομματιών που ακούστηκαν (το ένα μετά το πέρας της μισής παράστασης και το άλλο στον μονόλογο του ιερέα, στο τέλος) δημιουργήθηκε από τις φωνές των ηθοποιών, κυρίως της Ρέας Σαμαροπούλου ως Στρόφης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα σε ορισμένα σημεία της παράστασης πτώση του ρυθμού, λόγω ηχητικής απουσίας. Οι φωτισμοί του ίδιου του σκηνοθέτη λειτούργησαν θετικά, ώστε να τονιστούν τα πρόσωπα των ηθοποιών που ερμήνευαν.
Το ζωγραφισμένο με κόκκινα χείλη στόμα στον εμπρόσθιο τοίχο της σκηνής, η κόκκινη κλωστή που έπλεκε συνεχώς στα δάκτυλά της η Στρόφη και οι κόκκινες κάλτσες του Ιππόλυτου λειτούργησαν ως συμβολικά στοιχεία με αναφορά το θάνατο, την αιμομιξία και την νοσηρότητα του οικογενειακού περιβάλλοντος .
Εν κατακλείδι, επιθυμώ να συμπληρώσω πως έχοντας παρακολουθήσει και την περσινή παράσταση του κυρίου Νίκα, "Σαλώμη", αντιλαμβάνομαι πως επιχειρεί μια πρωτοποριακή σκηνοθετική προσέγγιση επί των κειμένων. Ωστόσο, δεν έχει γίνει απόλυτα σαφές το νοηματικό περιεχόμενο αυτής της προσπάθειας. Αναμένω να δω και άλλες δουλειές του, ώστε να ξεκαθαριστεί το αισθητικό πλαίσιο και ο χαρακτήρας των παραστάσεών του.
0 comments: