Του Κορνήλιου Ρουσάκη
"Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας" του Φρήντριχ Ντύρρενματ, σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Κοέν, στο Θέατρο Εγνατία (Θεσσαλονίκη)
Η μικρή γερμανική πολιτεία Γκύλλεν καλύπτεται από ένα πέπλο παρακμής και οικονομικής καταστροφής. Οι φιλήσυχοι(;) κάτοικοι βρίσκονται ελάχιστα βήματα μακριά από το χείλος του γκρεμού ενός κραχ κι αναζητούν απεγνωσμένα μια σανίδα σωτηρίας, έναν οικονομικό τροφοδότη που θα τους ανασύρει από τον πάτο. Εκεί που όλα έχουν χαθεί και η έσχατη ταπείνωση βρίσκεται προ των πυλών, εμφανίζεται ο "από μηχανής θεός" με τη μορφή της δισεκατομμυριούχου συμπολίτισσας τους Κλαιρ Ζαχανασιάν, που επιστρέφει στην πόλη, με στόχο να διευθετήσει ανοιχτές πληγές του παρελθόντος...
"Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας" του Φρήντριχ Ντύρρενματ, σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Κοέν, στο Θέατρο Εγνατία (Θεσσαλονίκη)
Η μικρή γερμανική πολιτεία Γκύλλεν καλύπτεται από ένα πέπλο παρακμής και οικονομικής καταστροφής. Οι φιλήσυχοι(;) κάτοικοι βρίσκονται ελάχιστα βήματα μακριά από το χείλος του γκρεμού ενός κραχ κι αναζητούν απεγνωσμένα μια σανίδα σωτηρίας, έναν οικονομικό τροφοδότη που θα τους ανασύρει από τον πάτο. Εκεί που όλα έχουν χαθεί και η έσχατη ταπείνωση βρίσκεται προ των πυλών, εμφανίζεται ο "από μηχανής θεός" με τη μορφή της δισεκατομμυριούχου συμπολίτισσας τους Κλαιρ Ζαχανασιάν, που επιστρέφει στην πόλη, με στόχο να διευθετήσει ανοιχτές πληγές του παρελθόντος...
Το αριστοτεχνικά γραμμένο έργο του ελβετού Ντύρρενματ προτάσσει τη σύγκρουση διαφθοράς-δικαιοσύνης, επιβεβαιώνοντας την πικρή παραδοχή πως ο δρόμος για την κόλαση είναι πάντα στρωμένος με τις πιο αγνές προθέσεις. Η δισεκατομμυριούχος Ζαχανασιάν είναι διατεθειμένη να προσφέρει απλόχερα στους κατοίκους ένα από τα δισεκατομμύρια της, αρκεί να έχει "επί πίνακι" το κεφάλι του παντοπώλη Άλφρεντ Ιλ, ενός ανθρώπου με τον οποίο έχει ανοιχτούς λογαριασμούς, αφού με τις εγκληματικές του πράξεις, την οδήγησε στην πορνεία. Η αρχική άμεμπτη ηθική στάση των κατοίκων και η άρνηση να θυσιάσουν έναν συνάνθρωπο τους για τα χρήματα, σταδιακά εξασθενεί κι εξαφανίζεται ολοκληρωτικά, μ' έναν τρόπο που αποθεώνει και ξεγυμνώνει όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες. Ο συγγραφέας δημιουργεί μια πινακοθήκη αντιπροσωπευτικών και συνάμα αλλοπρόσαλλων τύπων (η σκληρή δήμαρχος με τα λογύδρια και το παγωμένο χαμόγελο, η ηθική δασκάλα που —με τη βοήθεια του αλκοόλ— προσπαθεί ανεπιτυχώς να αντισταθεί, ο επιρρεπής αστυνόμος, ο αμέτοχος ιερέας) που παραδίδονται —σχεδόν αμαχητί— στη δίνη των υλικών αγαθών που τους δίδονται "επί πιστώσει" ως δέλεαρ, ξεχνώντας τις αρχές της (ψευτο)δικαιοσύνης που επανειλημμένα ευαγγελίζονται. Ο τρόπος που αντιδρούν τα πρόσωπα στην ετεροχρονισμένη απονομή δικαιοσύνης και η προθυμία τους να παραμερίσουν τις αρχικές καμποτίνικες αναστολές τους, εφαρμόζοντας στο ακέραιο το "ο θάνατος σου, η ζωή μου", δημιουργούν τις βάσεις του ισχυρού αυτού δραματουργικού οικοδομήματος, αυτής της σημερινής (και αυριανής) σατιρικής αλληγορίας.
Ο Αλέξανδρος Κοέν αποτυπώνει τις μαύρες πτυχές που υποβόσκουν στο μυαλό και στις πτυχές των χαρακτήρων, με γκόθικ πινελιές στο αισθητικό μέρος της παράστασης και γκροτέσκο αέρα στο υποκριτικό. Φέρνει στο προσκήνιο το σαρκαστικό χιούμορ του κειμένου και τις άφθονες αφορμές για αυτοκριτική ενδοσκόπηση (από τους θεατές), αποφεύγοντας σκηνοθετικές κορώνες διδακτισμού κι επιλέγοντας τη "συνομιλία" με μπρεχτικές αναφορές.
Τα πρόσωπα κινούνται σαν άβουλες μαριονέτες, σαν νευρόσπαστα που κατευθύνονται από τα νήματα των (ψευτο)αναστολών τους, ενώ είναι σταθερά προσκολλημένα στην πρωτοκαθεδρία της ύλης. Η σκηνοθετική πρόταση αναδεικνύει πλήρως την πικρή, ειρωνική και δεικτική ματιά του κειμένου, μετατρέποντας τα λιγοστά τετραγωνικά της σκηνής σ' έναν χώρο όπου οι άνθρωποι μετατρέπονται σε "ανθρωπάρια" που πρωταγωνιστούν στο κύκνειο άσμα κάθε ακμαίου ευρωπαϊκού ιδεώδους, στον επιθανάτιο ρόγχο του νικημένου —από το χρήμα— ανθρωπισμού.
Το σκηνικό της Χριστίνας Κωστέα αναδεικνύει εικαστικά με εύσχημο τρόπο τις αλληγορικές κειμενικές αναφορές κι "ανοίγει δρόμο" για να αναπτυχθούν οι σκηνοθετικές επιταγές. Ένα "κολάζ" από ξύλινα παντζούρια, παράθυρα, βιβλιοθήκες, ένα κονστρουβιστικής αισθητικής κεκλιμένο επίπεδο και μια υπερμεγέθης ξεχαρβαλωμένη κορνίζα-πλαίσιο στο βάθος της σκηνής, σχολιάζουν αισθητικά τον σκονισμένο "μανδύα' που καλύπτει ένα παρελθόν ευμάρειας. Τα γραφεία "καταπατούνται" και μετατρέπονται σε βάθρα τέλεσης λεκτικών μονομαχιών, η διάφανη κορνίζα γίνεται το πεδίο δράσης της γηραιάς κυρίας και τα υπερυψωμένα επίπεδα γίνονται οι χώροι που ο ρεαλισμός συναντά τον σουρεαλιστικό εφιάλτη. Τα κοστούμια, αντίθετα, των Selebrity Skin —με εξαίρεση τα μαύρα εντυπωσιακά σύνολα και τα εμπνευσμένα καπέλα των τριών πρωταγωνιστριών— υπερβολικά και με ελάχιστες αρετές θεατρικότητας, υποδηλώνουν μια ευτέλεια, μεγαλύτερη από εκείνη που απαιτεί η ανέχεια των χαρακτήρων που τα φορούν.
Η Μίρκα Παπακωνσταντίνου στον ρόλο της γηραιάς κυρίας "φέρνει" επαρκώς στη σκηνή όσα απαιτεί το έργο και η σκηνοθετική προσέγγισή του κι εμφανίζεται στιβαρή και σκοτεινή και ταυτόχρονα ειρωνική κι (αυτό)σαρκαστική. Η ερμηνεία της είναι συγκρατημένη, παραπέμποντας σε μια γνώριμη ερμηνευτική φόρμα που η ηθοποιός έχει ακολουθήσει συχνά στη θεατρική της πορεία. Θα ήταν σίγουρα πιο τολμηρό κι απογειωτικό το αποτέλεσμα στις δραματικές κι αποκαλυπτικές κορυφώσεις του ρόλου, αν η Παπακωνσταντίνου ήταν πιο "απελευθερωμένη" και λιγότερο άτονη.
Ο Δημήτρης Πιατάς προβάλλει κι εξελίσσει μ' έναν ιδιαίτερα απολαυστικό τρόπο τον πανικό που κυριεύει τον χαρακτήρα που ερμηνεύει. Απόλυτα μετρημένος και με ενδιαφέρουσα ανάπτυξη σωματικών και εκφραστικών μέσων αποτυπώνει το πέρασμα από την ανεπιτυχή προσπάθεια κουκουλώματος των συμβάντων του παρελθόντος στον τρόμο που φέρνουν μαζί τους οι αποκαλύψεις του παρόντος.
Αξιοπρόσεκτες στιγμές —κυρίως στην προσπάθεια να αντισταθεί απέναντι στην εισβολή των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και στην προσπάθεια τους να διαστρεβλώσουν τα πραγματικά γεγονότα— είχε η αέρινη δασκάλα-"φωνή της λογικής" της Υβόννης Μαλτέζου, ενώ χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς η "βαμπ" δήμαρχος και η ερμηνεία της Αιμιλίας Υψηλάντη. Η ηθοποιός καταφέρνει να αναδείξει εξαιρετικά —κυρίως με την αυστηρή στάση σώματος και τον σταθερό τόνο φωνής— τον λαβύρινθο συμφερόντων και τους δαιδάλους της εξουσίας μέσα στους οποίους κινείται ο φορέας της εξουσίας που ερμηνεύει.
Στους υπόλοιπους ρόλους ξεχωρίζουν, μεταξύ άλλων, ο Πέτρος Γούτης —νευρώδης αστυνόμος με εμφανείς κωμικές, ναζιστικές επιρροές— και ο Δημήτρης Καστανιάς —τυφλός ευνούχος ακόλουθος — κυρίως για την επιδεξιότητα με την οποία ακολουθούν το κωμικό μέτρο και τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούν σκηνικά τις κωμικές "ιδιαιτερότητες" τον ρόλων που ερμηνεύουν.
Ο Αλέξανδρος Κοέν αποτυπώνει τις μαύρες πτυχές που υποβόσκουν στο μυαλό και στις πτυχές των χαρακτήρων, με γκόθικ πινελιές στο αισθητικό μέρος της παράστασης και γκροτέσκο αέρα στο υποκριτικό. Φέρνει στο προσκήνιο το σαρκαστικό χιούμορ του κειμένου και τις άφθονες αφορμές για αυτοκριτική ενδοσκόπηση (από τους θεατές), αποφεύγοντας σκηνοθετικές κορώνες διδακτισμού κι επιλέγοντας τη "συνομιλία" με μπρεχτικές αναφορές.
Τα πρόσωπα κινούνται σαν άβουλες μαριονέτες, σαν νευρόσπαστα που κατευθύνονται από τα νήματα των (ψευτο)αναστολών τους, ενώ είναι σταθερά προσκολλημένα στην πρωτοκαθεδρία της ύλης. Η σκηνοθετική πρόταση αναδεικνύει πλήρως την πικρή, ειρωνική και δεικτική ματιά του κειμένου, μετατρέποντας τα λιγοστά τετραγωνικά της σκηνής σ' έναν χώρο όπου οι άνθρωποι μετατρέπονται σε "ανθρωπάρια" που πρωταγωνιστούν στο κύκνειο άσμα κάθε ακμαίου ευρωπαϊκού ιδεώδους, στον επιθανάτιο ρόγχο του νικημένου —από το χρήμα— ανθρωπισμού.
Το σκηνικό της Χριστίνας Κωστέα αναδεικνύει εικαστικά με εύσχημο τρόπο τις αλληγορικές κειμενικές αναφορές κι "ανοίγει δρόμο" για να αναπτυχθούν οι σκηνοθετικές επιταγές. Ένα "κολάζ" από ξύλινα παντζούρια, παράθυρα, βιβλιοθήκες, ένα κονστρουβιστικής αισθητικής κεκλιμένο επίπεδο και μια υπερμεγέθης ξεχαρβαλωμένη κορνίζα-πλαίσιο στο βάθος της σκηνής, σχολιάζουν αισθητικά τον σκονισμένο "μανδύα' που καλύπτει ένα παρελθόν ευμάρειας. Τα γραφεία "καταπατούνται" και μετατρέπονται σε βάθρα τέλεσης λεκτικών μονομαχιών, η διάφανη κορνίζα γίνεται το πεδίο δράσης της γηραιάς κυρίας και τα υπερυψωμένα επίπεδα γίνονται οι χώροι που ο ρεαλισμός συναντά τον σουρεαλιστικό εφιάλτη. Τα κοστούμια, αντίθετα, των Selebrity Skin —με εξαίρεση τα μαύρα εντυπωσιακά σύνολα και τα εμπνευσμένα καπέλα των τριών πρωταγωνιστριών— υπερβολικά και με ελάχιστες αρετές θεατρικότητας, υποδηλώνουν μια ευτέλεια, μεγαλύτερη από εκείνη που απαιτεί η ανέχεια των χαρακτήρων που τα φορούν.
Η Μίρκα Παπακωνσταντίνου στον ρόλο της γηραιάς κυρίας "φέρνει" επαρκώς στη σκηνή όσα απαιτεί το έργο και η σκηνοθετική προσέγγισή του κι εμφανίζεται στιβαρή και σκοτεινή και ταυτόχρονα ειρωνική κι (αυτό)σαρκαστική. Η ερμηνεία της είναι συγκρατημένη, παραπέμποντας σε μια γνώριμη ερμηνευτική φόρμα που η ηθοποιός έχει ακολουθήσει συχνά στη θεατρική της πορεία. Θα ήταν σίγουρα πιο τολμηρό κι απογειωτικό το αποτέλεσμα στις δραματικές κι αποκαλυπτικές κορυφώσεις του ρόλου, αν η Παπακωνσταντίνου ήταν πιο "απελευθερωμένη" και λιγότερο άτονη.
Ο Δημήτρης Πιατάς προβάλλει κι εξελίσσει μ' έναν ιδιαίτερα απολαυστικό τρόπο τον πανικό που κυριεύει τον χαρακτήρα που ερμηνεύει. Απόλυτα μετρημένος και με ενδιαφέρουσα ανάπτυξη σωματικών και εκφραστικών μέσων αποτυπώνει το πέρασμα από την ανεπιτυχή προσπάθεια κουκουλώματος των συμβάντων του παρελθόντος στον τρόμο που φέρνουν μαζί τους οι αποκαλύψεις του παρόντος.
Αξιοπρόσεκτες στιγμές —κυρίως στην προσπάθεια να αντισταθεί απέναντι στην εισβολή των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και στην προσπάθεια τους να διαστρεβλώσουν τα πραγματικά γεγονότα— είχε η αέρινη δασκάλα-"φωνή της λογικής" της Υβόννης Μαλτέζου, ενώ χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς η "βαμπ" δήμαρχος και η ερμηνεία της Αιμιλίας Υψηλάντη. Η ηθοποιός καταφέρνει να αναδείξει εξαιρετικά —κυρίως με την αυστηρή στάση σώματος και τον σταθερό τόνο φωνής— τον λαβύρινθο συμφερόντων και τους δαιδάλους της εξουσίας μέσα στους οποίους κινείται ο φορέας της εξουσίας που ερμηνεύει.
Στους υπόλοιπους ρόλους ξεχωρίζουν, μεταξύ άλλων, ο Πέτρος Γούτης —νευρώδης αστυνόμος με εμφανείς κωμικές, ναζιστικές επιρροές— και ο Δημήτρης Καστανιάς —τυφλός ευνούχος ακόλουθος — κυρίως για την επιδεξιότητα με την οποία ακολουθούν το κωμικό μέτρο και τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούν σκηνικά τις κωμικές "ιδιαιτερότητες" τον ρόλων που ερμηνεύουν.
0 comments: