Από το Blogger.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΧΩΣ: "Υπόγειο" (Αυλαία, 23-26/9), "Προσωπική συμφωνία" (Κολοσσαίον, 25/9-6/10), "Ρένα" (Αριστοτέλειον, 27/9-6/10), "Οθέλλος" (Αμαλία, 2-13/10), "Οι 12 ένορκοι" (Αθήναιον, 4-5/10)

Κριτική θεάτρου: Αβελάρδος και Ελοΐζα

Leave a Comment
Του Κορνήλιου Ρουσάκη

"Αβελάρδος και Ελοΐζα", σε κείμενο και σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανού.

Ο φιλόσοφος Πέτρος Αβελάρδος αντιμάχεται την εγκαθιδρυμένη στάση στην Ευρώπη του 12ου αιώνα που επιβάλλει την προσκόλληση στο δίπολο "θεσμική εξουσία-εκκλησία", θρυμματίζει τα περιοριστικά δεσμά των κανόνων και προτάσσει τη διαλεκτική. Η δύναμη των επιχειρημάτων του και η απόλυτη αφοσίωση του στη φιλοσοφική σκέψη, εκτοξεύουν τη φήμη του και πολλαπλασιάζουν τους εχθρούς του. Όταν επιλέγει τον δρόμο της διδασκαλίας κι όταν συναντά τη δεκαεξάχρονη —ιδιαίτερα μορφωμένη— Ελοΐζα, η ζωή του αλλάζει άρδην. Η αρχική πνευματική επικοινωνία δίνει τη θέση της σε μια χειμαρρώδη σαρκική έλξη. Από αυτό το σημείο ξεκινάει η —μυθιστορηματικής υφής— δαιδαλώδης πορεία των δύο εραστών. Η Ελοΐζα μένει έγκυος και ο Αβελάρδος επιθυμεί να επισημοποιήσουν τη σχέση τους. Η κοπέλα αρνείται αφού πιστεύει πως η οικογενειακή ζωή θα καταστρέψει τους καρπούς του φιλοσοφικού στοχασμού του Αβελάρδου. Η συνέχεια αποτυπώνεται μέσα από τις πτυχές ενός αδιέξοδου έρωτα με τραγικές διαστάσεις. Η Ελοΐζα κλείνεται σε μοναστήρι κι ο Αβελάρδος ευνουχίζεται από τους ανθρώπους που μισθώνει ο θείος και προστάτης της Ελοΐζα. Οι δύο ερωτευμένοι συνεχίζουν να επικοινωνούν μέσω αλληλογραφίας.

Ο Γιάννης Καλαβριανός ελέγχει απόλυτα το ιστορικό υλικό και καταθέτει ένα καλογραμμένο νεοελληνικό θεατρικό κείμενο. Μέσα από την καταγραφή και παρουσίαση των συμβάντων στη ζωή των δύο αυτών ανθρώπων, ιχνηλατείται —με λόγο απλό και πυκνό— η σπανιότητα και η σπουδαιότητα της απόλυτης αγάπης, της παράδοσης άνευ όρων, της αιώνιας αφοσίωσης. Μέσα στον επιβλητικό, μυσταγωγικό σκηνικό χώρο (Εύα Μανιδάκη) με τους μοναστηριακούς πάγκους και τα χαλιά-διαδρόμους, οι τρεις ηθοποιοί της παράστασης (Ελένη Κοκκίδου, Γιώργος Γλάστρας, Χριστίνα Μαξούρη) λειτουργούν ως σύγχρονοι φορείς-πομποί της ιστορίας, που βουτούν στο παρελθόν, συμπαρασύροντας τους θεατές σ' αυτό το ταξίδι. H Κοκκίδου ακριβής και άμεση, μέσα από τη διαρκή εναλλαγή αφήγησης και διαλόγου, δίνει φώνη στα κεντρικά και περιφερειακά πρόσωπα της ιστορίας και μεταμορφώνεται σε Ιωσηφίνα Βοναπάρτη, Ελοΐζα, θείο της Ελοΐζας κ.α. Ο Γλάστρας και η Μαξούρη, κάποιες στιγμές "εγκλωβίζονται" στην αφηγηματική παράθεση των γεγονότων και στερούνται φυσικότητας.

Η σκηνική παρουσίαση των παθών του Αβελάρδου και της Ελοΐζας καταφέρνει κάτι που δύσκολα επιτυγχάνεται στο σύγχρονο θέατρο: να μετατρέψει τους θεατές από αυτόνομες μονάδες, σε ένα ενιαίο σύνολο κοινωνών μιας μυσταγωτικής τελετουργίας και να δημιουργήσει μια ψυχική ανάταση, απότοκο του σπάνιου, απόλυτου ψυχικού και σωματικού δοσίματος. Φεύγοντας, έχοντας ως "αποσκευή" την καταληκτική φράση-ευχή της Κοκκίδου: "εύχομαι να σας αγαπήσουν μέχρι τρέλας" και τους στίχους του Καλαβριανού: "Πώς κηδεύονται οι αγάπες, πώς τις πιάνεις και τις βάζεις στον τάφο; Πώς μπόρεσες να συνεχίσεις χωρίς εμένα;" (που "ντύνονται" -υπέροχα- μουσικά από τον Άγγελο Τριανταφύλλου), η ψυχή και το σώμα βρίσκονται λίγο πάνω από το έδαφος.




Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα

0 comments: