Η Ρεγγίνα Μάντζαρου μητέρα του Νικόλαου Χαλικιόπουλου Μάντζαρου συνθέτη του Εθνικού Ύμνου, μας οδηγεί σε μονοπάτια γεμάτα φωτιά. Πάνω στο ηφαίστειο της Γαλλικής και της Ελληνικής επανάστασης. Βρισκόμαστε στην Κέρκυρα πρωτεύουσα των Ιονίων νήσων όπου εναλλάσσονται οι ξένοι κατακτητές.
Η κουλτούρα και οι επιρροές στα Επτάνησα είναι κυρίως δυτικές και οι αριστοκράτες συνεργάζονται ποικιλοτρόπως με τον εκάστοτε δυνάστη. Ο Μάντζαρος όχι μόνο ανήκει στην αριστοκρατική τάξη αλλά μετέχει και έμμεσα στις εκάστοτε κυβερνήσεις σαν γραμματέας του Γενικού Εισαγγελέα του Κράτους που είναι ο πατέρας του. Το ποτάμι όμως τόσο της μουσικής στην οποία αφιερώνεται όσο και των νέων ριζοσπαστικών ιδεών θα τον παρασύρει σε απρόσμενες διαδρομές.
Γράφει για πρώτη φορά στην ιστορία ελληνική όπερα, συνδέεται φιλικά με τον Διονύσιο Σολωμό μελοποιεί πάρα πολλά ποιήματά του, ο ένας πλάθει τον άλλον και η εποχή και τους δυο. Διψάει αρχικά για καταξίωση, η διεθνής καριέρα τον καλεί μα εκείνος τελικά αρνείται τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή στο Ωδείο της Νάπολης και εργάζεται αποκλειστικά στην Κέρκυρα. Όλη του τη ζωή δηλώνει ερασιτέχνης -γιατί για έναν αριστοκράτη είναι ντροπή να ασχολείται επαγγελματικά με τις Τέχνες- και δεν δέχεται ποτέ χρήματα για τη μουσική. Συνθέτει ασταμάτητα αφήνοντας τεράστιο έργο -σχεδόν άγνωστο στο πλατύ κοινό με εξαίρεση τον Ύμνο. Διδάσκει ακαταπόνητα πλάθοντας καλλιτέχνες διεθνούς φήμης, δημιουργεί τη Φιλαρμονική ορχήστρα της Κέρκυρας και γίνεται ο πρωτεργάτης της Επτανησιακής Μουσικής Σχολής.
Γι' αυτά και πολλά άλλα μιλάει ασθμαίνοντας από πάθος και έρωτα για ζωή μα κυρίως για αγάπη για τον γιο της η μητέρα του Ρεγγίνα. Είναι η πρώτη του δασκάλα στο πιάνο, αυτή που προσπαθεί να σώσει το παιδί της και τον εαυτό της από τη μέγγενη των κοινωνικών περιορισμών και της υποκρισίας που εκφράζει κι επιβάλλει ο δεσποτικός σύζυγός της Γιάκωβος. Αντάρτισσα η ίδια στις επιταγές της τάξης και της εποχής της, ερωτεύεται παράνομα. Εμπνέει στο γιο της χωρίς καν να το αντιλαμβάνεται αγάπη για τη ζωή και την ελευθερία. "Εγώ το μόνο που κανα ήταν να τον αφήνω λεύτερο να χαίρεται μέχρι τις πατουσίτσες του". Και καταφέρνει το σχεδόν ακατόρθωτο. Να δώσει τα εφόδια σ' έναν αριστοκράτη να γράψει τη μουσική για τον ξεσηκωμό των Ελλήνων.
Η κουλτούρα και οι επιρροές στα Επτάνησα είναι κυρίως δυτικές και οι αριστοκράτες συνεργάζονται ποικιλοτρόπως με τον εκάστοτε δυνάστη. Ο Μάντζαρος όχι μόνο ανήκει στην αριστοκρατική τάξη αλλά μετέχει και έμμεσα στις εκάστοτε κυβερνήσεις σαν γραμματέας του Γενικού Εισαγγελέα του Κράτους που είναι ο πατέρας του. Το ποτάμι όμως τόσο της μουσικής στην οποία αφιερώνεται όσο και των νέων ριζοσπαστικών ιδεών θα τον παρασύρει σε απρόσμενες διαδρομές.
Γράφει για πρώτη φορά στην ιστορία ελληνική όπερα, συνδέεται φιλικά με τον Διονύσιο Σολωμό μελοποιεί πάρα πολλά ποιήματά του, ο ένας πλάθει τον άλλον και η εποχή και τους δυο. Διψάει αρχικά για καταξίωση, η διεθνής καριέρα τον καλεί μα εκείνος τελικά αρνείται τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή στο Ωδείο της Νάπολης και εργάζεται αποκλειστικά στην Κέρκυρα. Όλη του τη ζωή δηλώνει ερασιτέχνης -γιατί για έναν αριστοκράτη είναι ντροπή να ασχολείται επαγγελματικά με τις Τέχνες- και δεν δέχεται ποτέ χρήματα για τη μουσική. Συνθέτει ασταμάτητα αφήνοντας τεράστιο έργο -σχεδόν άγνωστο στο πλατύ κοινό με εξαίρεση τον Ύμνο. Διδάσκει ακαταπόνητα πλάθοντας καλλιτέχνες διεθνούς φήμης, δημιουργεί τη Φιλαρμονική ορχήστρα της Κέρκυρας και γίνεται ο πρωτεργάτης της Επτανησιακής Μουσικής Σχολής.
Γι' αυτά και πολλά άλλα μιλάει ασθμαίνοντας από πάθος και έρωτα για ζωή μα κυρίως για αγάπη για τον γιο της η μητέρα του Ρεγγίνα. Είναι η πρώτη του δασκάλα στο πιάνο, αυτή που προσπαθεί να σώσει το παιδί της και τον εαυτό της από τη μέγγενη των κοινωνικών περιορισμών και της υποκρισίας που εκφράζει κι επιβάλλει ο δεσποτικός σύζυγός της Γιάκωβος. Αντάρτισσα η ίδια στις επιταγές της τάξης και της εποχής της, ερωτεύεται παράνομα. Εμπνέει στο γιο της χωρίς καν να το αντιλαμβάνεται αγάπη για τη ζωή και την ελευθερία. "Εγώ το μόνο που κανα ήταν να τον αφήνω λεύτερο να χαίρεται μέχρι τις πατουσίτσες του". Και καταφέρνει το σχεδόν ακατόρθωτο. Να δώσει τα εφόδια σ' έναν αριστοκράτη να γράψει τη μουσική για τον ξεσηκωμό των Ελλήνων.
"Ο γιος μου Νικόλαος Μάντζαρος" της Χρύσας Σπηλιώτη, σε σκηνοθεσία Αυγουστινου Ρεμούνδου.
Η σκηνοθετική προσέγγιση ζωντανεύει τον μικρόκοσμο της ηρωίδας σαν παιδικό κουρδιστό παιχνίδι εποχής. Δημιουργεί έναν ολόκληρο κόσμο μέσα από σύμβολα. Ένα καπέλο μια ομπρέλα, μια σβούρα, μεταμορφώνονται στα ίδια τα πρόσωπα που τα χρησιμοποιούν, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ενός πολυπληθούς θιάσου. Προσδίδει αναπάντεχο χιούμορ σε σκηνές που θα οδηγούσαν ίσως μόνο σε αγωνία ή ευσυγκινησία, χωρίς τη δυνατότητα πολλαπλής ανάγνωσης. Φωτίζει αθέατα μοτίβα, ανεβάζει την αδρεναλίνη, βαθαίνει στα χάσματα του λόγου, δίνει φρενήρη ρυθμό στη σκηνική έκφραση, παρασταίνει με ενάργεια που δεν αφήνει αμέτοχο τον θεατή.
Μουσική: Νικόλαος Μάντζαρος
Μουσική επιμέλεια-επεξεργασία: Νικόλας Καρίμαλης (Razastarr)
Σκηνικά-κοστούμια: Τόνια Αβδελοπούλου
Χορογραφία: Μάτα Μάρρα
Σχεδιασμός φωτισμού: Βαγγέλης Μούντριχας
Βοηθός σκηνοθέτη: Νίνα Ντούνη
Φωτογραφίες: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Video: Νικήτας Χάσκας
Αφίσα: Δημήτρης Ζουγκός
Ερμηνεύει η Χρύσα Σπηλιώτη.
Θέατρο Αθήναιον-Β' Σκηνή (Βασ. Όλγας 35, Θεσσαλονίκη, τηλ. 2310 832060)
Τρίτη 27, Τετάρτη 28 και Πέμπτη 29 Μαρτίου 2018, στις 21:00
Εισιτήρια: 13€ (γενική είσοδος), 10€ (φοιτητικό, ανέργων, ΑμεΑ)
0 comments: