(10-11-2016)
"Βέρθερος" του Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε, σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Διαμαντή, στο Θέατρο Σημείο (Αθήνα)
Ήταν μέσα 18ου αιώνα όταν πρωτοεμφανίστηκε το προρομαντικό κίνημα του Sturm und Drang από το οποίο ξεχώρισαν οι εμβληματικές μορφές των Γκαίτε και Σίλλερ. Ένα κίνημα που αντιτιθέμενο στις επικρατούσες ιδέες αποστρέφεται τον ορθολογισμό του Διαφωτισμού και δίνει το προβάδισμα στο συναίσθημα προασπίζοντας θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η ελευθερία-λέξη η οποία καθορίζει το έργο του Γκαίτε, "Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου".
Το συγκεκριμένο έργο απηχώντας άψογα την ιδεολογία του Sturm und Drang θεωρείται επιτομή του κινήματος, αφού ο πρωταγωνιστής του μένοντας πιστός στα θέλω του, επιλέγει να δώσει τέλος στη ζωή του. Ένας θάνατος που δεν τον καθιστά ρίψασπι ή δειλό απέναντι στις δυσκολίες, αλλά επιλέγεται ως περίτρανη απόδειξη της αφοσίωσής του στα πιστεύω και τα ιδανικά του. Το μυθιστόρημα του Γκαίτε, με όχημα την νεότητα, εξετάζει τρόπον τινά τα όρια της ελευθερίας , του έρωτα και του πάθους μέσα από ηθικά διλήμματα, προβλήματα κι εμπόδια.
Πόσο ελεύθερος μπορεί να είναι ένας άνθρωπος; Μήπως η ανθρώπινη ελευθερία είναι καταδικασμένη εξ αρχής, εφ' όσον κλείνεται σε μια σάρκινη θήκη; Μονάχα η ψυχή, το πνεύμα, μέσα από την άυλη υπόστασή τους μπορούν να αποδράσουν από τα επιβεβλημένα νοητά δεσμά και να ακολουθήσουν την πορεία που πραγματικά επιθυμούν. Έτσι λοιπόν, ο νεαρός Βέρθερος πιστεύοντας σε μια ζωή δίχως σώμα, διαλέγει να δραπετεύσει από την οστέινη φυλακή του και να ακολουθήσει τις ιδέες του μονάχα με το πνεύμα. Καταφεύγει στην αυτοκτονία όχι από ολιγοψυχία, μα από γενναιότητα και πίστη.
Με αυτό το έργο επέλεξε να πάρει το παρθενικό του βάπτισμα ο σκηνοθέτης της παράστασης, Αλέξανδρος Διαμαντής, ανεβάζοντας στη σκηνή του θεάτρου μια διασκευή του μυθιστορήματος, σε μετάφραση της Στέλλας Νικολούδη. Στο δραματουργικό κομμάτι ο σκηνοθέτης επέλεξε να εστιάσει στους βασικούς πυλώνες του έργου, κρατώντας φυσικά τις σκηνές που είναι απαραίτητες για την κατανόηση της πλοκής αλλά κυρίως αυτές που εκφράζουν εναργώς το πνεύμα στο οποίο θέλησε να κινηθεί. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα αρχικά να υπάρξουν μικρά νοηματικά κενά, αφού αφαιρέθηκαν ορισμένες επεξηγηματικές σκηνές, πράγμα που όμως στην πορεία εύκολα προσπερνιέται στην κατά τα άλλα πετυχημένη διασκευή.
Η σκηνή του Σημείου κατακλύστηκε από τη φρεσκάδα και τα όνειρα των συντελεστών. Όλοι οι ηθοποιοί νέοι, γεμάτοι όρεξη και αγάπη ακολουθούν με μεράκι τις σκηνοθετικές υποδείξεις του επίσης νέου σκηνοθέτη. Όλοι μαζί δημιουργούν μια παράσταση που με φόντο τα (ουδέτερης εποχής) σκηνικά της Δέσποινας Χαριτωνίδη και τους ευθύβολους φωτισμούς της Άννας Σμπώκου, βαδίζει με σύγχρονο τρόπο σε κλασικά μονοπάτια. Το παίξιμο των ηθοποιών είχε μικρά στοιχεία ρομαντισμού και ειδικά οι άνδρες ηθοποιοί, Γιώργος Γογώνης, Αδριανός Γκάτσος, Σταύρος Γιαννακόπουλος και Τρύφων Ζάχαρης με ορισμένες χειρονομίες έδωσαν την αίσθηση ενός χαμένου ιπποτισμού, ενώ τα κορίτσια Βερονίκη Κυριακοπούλου, Αγγελίνα Κλαυδιανού, Βασιλική Γεωργικοπούλου και Νόρα Πάντου με τις χαριτωμένες παρουσίες τους και το δροσερό τους παίξιμο στόλισαν την παράσταση. Αξίζει να αναφερθούν τα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα, καλόγουστα και απολύτως ταιριαστά στο πνεύμα του έργου, κινήθηκαν ανάμεσα στο μοντέρνο και το κλασικό.
Η γεύση που σου αφήνει η παράσταση είναι αυτή του "πάντα και παντού". Τα νιάτα είναι πάντα νιάτα, ο έρωτας μένει πάντα έρωτας και το πάθος της νεότητας πάντα επαναστατεί και πάει κόντρα σε ό,τι αντίκειται στα θέλω του.
Μα, στόχος του έργου δεν είναι τόσο να φανούν τα διαχρονικά χαρακτηριστικά της νεότητας, όσο να διατρανώσει την πίστη σε ένα σκοπό, την άοκνη διεκδίκηση του στόχου, την αδιάπαυστη πάλη για το όνειρο. Ο Βέρθερος, ένας νέος γεμάτος ζωή, επιθυμίες, έρωτα, προτιμά την αυτοχειρία παρά την παραίτηση, γιατί έτσι θα συνεχίσει στο διηνεκές την ακάματη προσπάθεια για ολοκλήρωση και ποτέ δε θα σταματήσει το ταξίδι αν πρώτα δεν καταφέρει να φτάσει στην Ιθάκη.
Η σύνδεση με το παρόν δεν επιτυγχάνεται μόνο μέσα από αξίες και θέματα που αποδεδειγμένα αντέχουν στον χρόνο. Η επιλογή του έργου είναι έξυπνη γιατί μιλά προ πάντων για εσωτερική επανάσταση. Η φλόγα του Βέρθερου μένει άσβηστη μέχρι σήμερα. Και πόσο ανάγκη έχει η κοινωνία αυτή τη στιγμή από τέτοιους νέους , που γνωρίζουν τις λέξεις Επανάσταση, Διεκδίκηση, Επιμονή…
Πόσο ελεύθερος μπορεί να είναι ένας άνθρωπος; Μήπως η ανθρώπινη ελευθερία είναι καταδικασμένη εξ αρχής, εφ' όσον κλείνεται σε μια σάρκινη θήκη; Μονάχα η ψυχή, το πνεύμα, μέσα από την άυλη υπόστασή τους μπορούν να αποδράσουν από τα επιβεβλημένα νοητά δεσμά και να ακολουθήσουν την πορεία που πραγματικά επιθυμούν. Έτσι λοιπόν, ο νεαρός Βέρθερος πιστεύοντας σε μια ζωή δίχως σώμα, διαλέγει να δραπετεύσει από την οστέινη φυλακή του και να ακολουθήσει τις ιδέες του μονάχα με το πνεύμα. Καταφεύγει στην αυτοκτονία όχι από ολιγοψυχία, μα από γενναιότητα και πίστη.
Με αυτό το έργο επέλεξε να πάρει το παρθενικό του βάπτισμα ο σκηνοθέτης της παράστασης, Αλέξανδρος Διαμαντής, ανεβάζοντας στη σκηνή του θεάτρου μια διασκευή του μυθιστορήματος, σε μετάφραση της Στέλλας Νικολούδη. Στο δραματουργικό κομμάτι ο σκηνοθέτης επέλεξε να εστιάσει στους βασικούς πυλώνες του έργου, κρατώντας φυσικά τις σκηνές που είναι απαραίτητες για την κατανόηση της πλοκής αλλά κυρίως αυτές που εκφράζουν εναργώς το πνεύμα στο οποίο θέλησε να κινηθεί. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα αρχικά να υπάρξουν μικρά νοηματικά κενά, αφού αφαιρέθηκαν ορισμένες επεξηγηματικές σκηνές, πράγμα που όμως στην πορεία εύκολα προσπερνιέται στην κατά τα άλλα πετυχημένη διασκευή.
Η σκηνή του Σημείου κατακλύστηκε από τη φρεσκάδα και τα όνειρα των συντελεστών. Όλοι οι ηθοποιοί νέοι, γεμάτοι όρεξη και αγάπη ακολουθούν με μεράκι τις σκηνοθετικές υποδείξεις του επίσης νέου σκηνοθέτη. Όλοι μαζί δημιουργούν μια παράσταση που με φόντο τα (ουδέτερης εποχής) σκηνικά της Δέσποινας Χαριτωνίδη και τους ευθύβολους φωτισμούς της Άννας Σμπώκου, βαδίζει με σύγχρονο τρόπο σε κλασικά μονοπάτια. Το παίξιμο των ηθοποιών είχε μικρά στοιχεία ρομαντισμού και ειδικά οι άνδρες ηθοποιοί, Γιώργος Γογώνης, Αδριανός Γκάτσος, Σταύρος Γιαννακόπουλος και Τρύφων Ζάχαρης με ορισμένες χειρονομίες έδωσαν την αίσθηση ενός χαμένου ιπποτισμού, ενώ τα κορίτσια Βερονίκη Κυριακοπούλου, Αγγελίνα Κλαυδιανού, Βασιλική Γεωργικοπούλου και Νόρα Πάντου με τις χαριτωμένες παρουσίες τους και το δροσερό τους παίξιμο στόλισαν την παράσταση. Αξίζει να αναφερθούν τα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα, καλόγουστα και απολύτως ταιριαστά στο πνεύμα του έργου, κινήθηκαν ανάμεσα στο μοντέρνο και το κλασικό.
Η γεύση που σου αφήνει η παράσταση είναι αυτή του "πάντα και παντού". Τα νιάτα είναι πάντα νιάτα, ο έρωτας μένει πάντα έρωτας και το πάθος της νεότητας πάντα επαναστατεί και πάει κόντρα σε ό,τι αντίκειται στα θέλω του.
Μα, στόχος του έργου δεν είναι τόσο να φανούν τα διαχρονικά χαρακτηριστικά της νεότητας, όσο να διατρανώσει την πίστη σε ένα σκοπό, την άοκνη διεκδίκηση του στόχου, την αδιάπαυστη πάλη για το όνειρο. Ο Βέρθερος, ένας νέος γεμάτος ζωή, επιθυμίες, έρωτα, προτιμά την αυτοχειρία παρά την παραίτηση, γιατί έτσι θα συνεχίσει στο διηνεκές την ακάματη προσπάθεια για ολοκλήρωση και ποτέ δε θα σταματήσει το ταξίδι αν πρώτα δεν καταφέρει να φτάσει στην Ιθάκη.
Η σύνδεση με το παρόν δεν επιτυγχάνεται μόνο μέσα από αξίες και θέματα που αποδεδειγμένα αντέχουν στον χρόνο. Η επιλογή του έργου είναι έξυπνη γιατί μιλά προ πάντων για εσωτερική επανάσταση. Η φλόγα του Βέρθερου μένει άσβηστη μέχρι σήμερα. Και πόσο ανάγκη έχει η κοινωνία αυτή τη στιγμή από τέτοιους νέους , που γνωρίζουν τις λέξεις Επανάσταση, Διεκδίκηση, Επιμονή…
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου